Ανθρωπιστικές και Νομικές Επιστήμες, Επιστήμες Τεχνών και Γραμμάτων

This textbook is an introduction to Digital Ethnography, a new and emerging academic field. The aim of the book is to explore the cultural and social aspects of digital media and, more generally, the new theoretical and methodological approaches that have developed to analyze the cultural, political and economic transformations accompanying the mainstream adoption of digital technologies. The textbook extends classic anthropological work on subjectivity, identity, relationality, exchange, social parameters of inequality and exclusion, the experience of time and space, human creativity and expression, etc. toward the understanding of the digital situation. At the same time, these approaches are supplemented and complicated by theories from New Media Studies. the textbook does not propose the creation of a new field of ethnographic research (i.e. "anthropology of the internet"), but instead seeks to provoke a rethinking of ethnographic method suitable for the post-human era of the database.

Topics that are examined in the textbook include: technophobia/techophilia, technodeterminism, online communities and the networked public sphere, digital humanities, social media, the database as a cultural artifact, virtual worlds, sharing culture and economies of the internet, online role-playing games, new conceptions of intellectual property (the commons), locative media, knowledge economies, collective intelligence, network politics, online youth culture, new forms of cultural production, digital storytelling.
Το βιβλίο εισάγει τον αναγνώστη στο χώρο της Ψηφιακής Τέχνης. Επιχειρεί να περιγράψει το συνεχώς εξελισσόμενο νέο περιβάλλον εργασίας, επικοινωνίας και προβολής του ψηφιακού έργου Τέχνης. Περιγράφει επίσης τα νέα εργαλεία καλλιτεχνικής έκφρασης, αλλά και τα εργαλεία οργάνωσης αρχειοθέτησης και επικοινωνίας, στοιχεία απαραίτητα για τη καλλιτεχνική δημιουργία.
Γράφεται με τέτοιο τρόπο ώστε να μην δεσμεύεται τόσο από ένα συγκεκριμένο λογισμικό, τις αναβαθμίσεις ή την αντικατάσταση του όσο και από μια συγκεκριμένη αισθητική (φιλοσοφία) που περιορίζει την έκταση του χώρου και των εννοιών που αναφέρεται. Είναι ένα εγχειρίδιο για ένα ιδιαίτερα πλατύ και ασαφή χώρο που βρίσκεται σε συνεχή εξέλιξη. Για τους παραπάνω λόγους προσπαθεί κυρίως να κάνει μια οντολογική περιγραφή του ψηφιακού έργου τέχνης, του χώρου που εμφανίζεται και των λειτουργιών του και να δώσει, όσο είναι δυνατόν πιο καθαρά, κάποιες κατευθύνσεις μεθοδολογίας και όχι συγκεκριμένες τεχνικές συνδεμένες με συγκεκριμένα λογισμικά και υλισμικά ή αισθητικές δεσμεύσεις.

Η ύλη του χωρίζεται σε δύο τόμους και αντιστοιχεί σε δύο εξάμηνα διδασκαλίας: Ο πρώτος τόμος εισάγει τον αναγνώστη στο ψηφιακό περιβάλλον μέσα στο οποίο δημιουργούνται και παρουσιάζονται τα ψηφιακά έργα τέχνης. Περιγράφει το σύγχρονο εργαστήριο καθώς και τα εργαλεία της Ψηφιακής Τέχνης, τον χώρο επικοινωνίας αρχειοθέτησης και επεξεργασίας καθώς και τον χώρο που προβάλλεται ο συγκεκριμένος τομέας της Τέχνης.

Ο Δεύτερος τόμος παρουσιάζει και αναλύει όλα τα στάδια για την δημιουργία ενός ψηφιακού έργου, από την σύλληψη της ιδέας, την οργάνωση της, την προεργασία τα τεχνολογικά και αισθητικά ζητήματα. Στη συνέχεια παρουσιάζει με λεπτομέρεια όλα τα στάδια της παραγωγής με παραδείγματα, αναφορές και πίνακες. Αναλύει τις ειδικές περιπτώσεις που αφορούν στην ψηφιακή τέχνη καθώς και τα νέα περιβάλλοντα για την συνεργασία ενημέρωση και παρουσίαση του έργου ψηφιακής Τέχνης.
The medieval period is crucial for the history of the Balkans, since it was then when the genesis of many Balkan peoples took place. The starting point can safely be set in the 7th century, for it was then when the settlement of the Slavs largely changed the ethnological character of the region, pinpointing the start of new era. This study ends in the 11th century when the dynamic of unifying the Balkan peninsula by Bulgarian agency came to an abrupt end giving its place to the Byzantine empire playing that role.
Το παρόν εγχειρίδιο επιδιώκει να εισαγάγει τους φοιτητές / αναγνώστες στις ριζικές ανατροπές που η ψηφιακή συνθήκη εισηγείται για την εγγραμματοσύνη, τις πολιτισμικές πρακτικές της ανάγνωσης και της γραφής και, ειδικότερα, για τη συγγραφή, ανάγνωση, έκδοση και μελέτη της λογοτεχνίας. Στο πλαίσιο των ψηφιακών ανθρωπιστικών σπουδών, που σήμερα βρίσκονται στο επίκεντρο της συζήτησης για την ενίσχυση της παρουσίας τους στο ακαδημαϊκό και κοινωνικό χώρο, το εγχειρίδιο για τις ψηφιακές λογοτεχνικές σπουδές έχει διπλό προσανατολισμό, θεωρητικό και πρακτικό. Σε επίπεδο θεωρίας, εισάγει στις βασικές έννοιες της υπερκειμενικότητας, της πολυτροπικότητας, της δικτύωσης και των ειδικών πραγματώσεών τους στα διάφορα κείμενα, με έμφαση στα λογοτεχνικά κείμενα που ψηφιοποιούνται ή δημιουργούνται εξαρχής ηλεκτρονικά. Παράλληλα, υπογραμμίζει την θεωρητική αυτονομία της φιλολογίας, η οποία χρησιμοποιεί τα δικά της μοντέλα, σε σχέση διάδρασης με τις άλλες επιστήμες στο πλαίσιο της διεπιστημονικότητας των ψηφιακών ανθρωπιστικών επιστημών. Σε πρακτικό επίπεδο, παρουσιάζονται οι νέοι τύποι κειμένου σε όλες τις εκφάνσεις τους, υλικές και άυλες, οι νέες μορφές λογοτεχνικότητας που παραμένουν υπό συζήτηση, διάφορα έργα μελέτης της λογοτεχνίας, ως παραδείγματα για τη συγκρότηση μιας ελληνικής κοινότητας πρακτικής στις ψηφιακές λογοτεχνικές σπουδές. Τέλος, οι φοιτητές εισάγονται στις γλώσσες σήμανσης των ηλεκτρονικών κειμένων και μαθαίνουν τις βασικές αρχές του διαμοιρασμού και των πρωτοκόλλων και προτύπων έκδοσης κειμένων.

Είναι το πρώτο βιβλίο σχετικά με το αντικείμενο των ψηφιακών λογοτεχνικών σπουδών, σε μια περίοδο όπου υπάρχει ραγδαία ανάπτυξη του κλάδου διεθνώς.
Τα τελευταία χρόνια στη διεθνή και στην ελληνική βιβλιογραφία παρουσιάζεται αυξημένο ενδιαφέρον για την ποιοτική έρευνα και ευρύτατη διάδοση αποκτούν νέες προσεγγίσεις και ερευνητικές στρατηγικές. Η θεματολογία του βιβλίου αφορά βασικές αρχές και μεθόδους της ποιοτικής έρευνας, και τις εφαρμογές τους στο χώρο της ψυχολογίας και της εκπαίδευσης. Σκοπός του συγγράμματος αποτελεί η επαφή και εξοικείωση των φοιτητών/τριών με την ποιοτικές προσεγγίσεις, μεθόδους και τεχνικές ανάλυσης. Το εισαγωγικό κεφάλαιο περιλαμβάνει μια σύντομη ιστορική αναδρομή της ποιοτικής έρευνας στην ψυχολογία και την εκπαίδευση, και αναφέρεται στο θεωρητικό πλαίσιο, τις βασικές επιστημολογικές θέσεις και μεθοδολογικά ζητήματα όπως η εμπειρία και η αξιοπιστία της ποιοτικής έρευνας. Το δεύτερο κεφάλαιο αφορά στο σχεδιασμό της ποιοτικής έρευνας που περιλαμβάνει τα χαρακτηριστικά των ερευνητικών ερωτημάτων, τη δειγματοληψία, μεθόδους παραγωγής ερευνητικού υλικού και ζητήματα δεοντολογίας στην ποιοτική έρευνητική διαδικασία. Το τρίτο, τέταρτο και πέμπτο κεφάλαιο παρουσιάζουν διάφορες μεθόδους συλλογής ποιοτικών δεδομένων: ατομική ποιοτική συνέντευξη, ομαδικές συνεντεύξεις/ομάδες εστίασης και συμμετοχική παρατήρηση και εθνογραφία. Το έκτο κεφάλαιο αφορά διαδικασίες και μεθόδους ποιοτικής ανάλυσης και το έβδομο διαφορετικές προσεγγίσεις ποιοτικής ανάλυσης. Το όγδοο κεφάλαιο επικεντρώνεται στο τρόπο παρουσίασης της ποιοτικής έρευνας και το ένατο κεφάλαιο περιλαμβάνει σχετική βιβλιογραφία, προτεινόμενες πηγές για μελέτη, υπερσυνδέσεις σε σχετικά δημοσιευμένα άρθρα στο διαδίκτυο, και ένα γλωσσάρι όρων και εννοιών.
Τα κεφάλαια περιλαμβάνουν 'πλαίσια' με παραδείγματα, πίνακες, υπερσυνδέσμους, διαδραστικές ασκήσεις, εικόνες, και άλλα νέα λειτουργικά χαρακτηριστικά. Στο τέλος κάθε κεφαλαίου υπάρχουν α. βασικοί όροι και έννοιες, 2. θέματα για σκέψη και συζήτηση, 3. ασκήσεις, 4. προτεινόμενες πηγές για περαιτέρω μελέτη.
Το βιβλίο εξηγεί, στo πρώτο μέρος του, τα βασικά χαρακτηριστικά της μυθοπλαστικής αφήγησης. Στη συνέχεια, στο μέρος μετά το κεφ.4 , διερευνά πως αυτή λειτουργεί σε σχέση με την κατηγοριοποίηση των κινηματογραφικών ταινιών μυθοπλασίας σε Είδη (Genres, άλλη μετάφραση Κατηγορίες, Γένη), αναλύοντας τα βασικά Είδη ένα προς ένα. Η διερεύνηση γίνεται από την πλευρά του δημιουργού της αφήγησης (στην πράξη, του σεναριογράφου).

Ο διαχωρισμός των ταινιών σε Είδη αναφέρεται στη σύμβαση, τη συμφωνία, που γίνεται μεταξύ των δημιουργών της ταινίας και του θεατή σχετικά με το τι παρακολουθεί, τι πρέπει να περιμένει και πως πρέπει να το αντιληφθεί. Έτσι, σε μια ταινία περιπέτειας o θεατής αναμένει έναν ισχυρό και θαρραλέο πρωταγωνιστή, σε ένα αστυνομικό έργο έναν χαρισματικό εγκληματία κλπ. Συμβάσεις υπάρχουν ως προς το στυλ των ταινιών, την εικονογραφία της ταινίας, τους ηθοποιούς που χρησιμοποιούνται, και φυσικά ως προς τα βασικά χαρακτηριστικά μιας αφήγησης, δηλαδή τους χαρακτήρες, την πλοκή, την ιδέα, το σκηνικό κλπ. Είναι αυτονόητη η σημασία όλων αυτών για το δημιουργό της αφήγησης: σχεδιάζοντας και συγγράφοντας το σενάριο της ταινίας μέσα ή κοντά σε κάποιο Είδος, έχει δεδομένα στοιχεία που τον δεσμεύουν αλλά και τον βοηθούν να έρθει σε επικοινωνία με το θεατή.

Σε κάθε κεφάλαιο αναφέρονται διάφορα παραδείγματα μυθοπλασιών. Τα εκτεταμένα παραδείγματα προς μελέτη (που αφορούν δημοφιλείς ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου με τις οποίες είναι εξοικειωμένοι λίγο πολύ οι φοιτητές), και το εκτενές θεωρητικό πλαίσιο, κάνουν το βιβλίο ιδανικό για διδασκαλία σε πανεπιστήμια αλλά και για επιμόρφωση ευρύτερων κύκλων αναγνωστών (επαγγελματίες, κινηματογραφόφιλοι, θεωρητικοί κλπ).

Αν και κυκλοφορούν τρία ελληνικά και δύο μεταφρασμένα βιβλία σχετικά με τη συγγραφή σεναρίου, καθώς και τέσσερα θεωρητικά βιβλία σχετικά με την αφήγηση, το προτεινόμενο θα είναι το πρώτο ελληνικό βιβλίο με αντικείμενο τα κινηματογραφικά Είδη, και μάλιστα από τη πλευρά του δημιουργού της ταινίας.
Στο προτεινόμενο βιβλίο, η οπτικοακουστική κατασκευή αντιμετωπίζεται ως μια συστηματική σχεδιαστική διαδικασία. Εξετάζονται όλα τα στάδια παραγωγής οπτικοακουστικών έργων με έμφαση στα δημιουργικά στάδια χωρίς να παραμελούνται σημαντικά τεχνικά θέματα. Ο αναγνώστης του βιβλίου θα μάθει για τα σχεδιαστικά κείμενα (θέμα, σχεδίασμα χαρακτήρα, σχεδίασμα πλοκής, σενάριο, εικονογραφημένο σενάριο, κλπ) που υποστηρίζουν τη σκηνοθεσία. Θα μάθει επίσης στοιχεία σκηνοθεσίας που αφορούν τόσο τη μικρο-σκηνοθεσία (κατασκευή του πλάνου) όσο και τη μακρο-σκηνοθεσία (οπτική αφήγηση, σύνδεση πλάνων μεταξύ τους, μοντάζ, κλπ). Βασικά στοιχεία παραγωγής δίνουν έμφαση στη συγκρότηση της δημιουργικής ομάδας (σκηνοθέτης, σεναριογράφος, διευθυντής φωτογραφίας, κλπ) και στις τεχνικές παρουσίασης σχεδίων παραγωγής οπτικοακουστικών έργων. Τέλος, τα τεχνικά θέματα που άπτονται της δημιουργικής κατασκευής (φωτισμός πλάνων, επεξεργασία εικόνας και ήχου, κλπ) αναλύονται με βάση οπτικοακουστικό υλικό από την παραγωγή της βραβευμένης μικρού μήκους ταινίας ΑΠΟΓΡΑΦΗ (2008), της οποίας σκηνοθέτης είναι ο συν-συγγραφέας Ευάγγελος Καλαμπάκας και παραγωγός ο κύριος συγγραφέας Παναγιώτης Κυριακουλάκος.
Στο προτεινόμενο εγχειρίδιο Ιστορίας του Δικαίου παρουσιάζεται η πορεία των βασικών θεσμών του δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου από την αρχαιότητα μέχρι και τον εικοστό αιώνα. Προβάλλονται οι πηγές του δικαίου της κάθε περιόδου, οι μορφές της πολιτειακής οργάνωσης και οι μηχανισμοί απονομής της δικαιοσύνης, ενώ δίνονται στοιχεία για την οργάνωση της οικογένειας και τις περιουσιακές σχέσεις.
Στην αρχαιότητα παράλληλα με τις ελληνικές έννομες τάξεις πόλεων και βασιλείων, η Ρώμη αναπτύσσει δίκαιο, το οποίο και θα αποτελέσει τη βάση της νομικής επιστήμης. Το δίκαιο των ελληνικών πόλεων-κρατών διαδόθηκε μετά την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στην ελληνιστική ανατολή. Με τη ρωμαϊκή κατάκτηση ελληνικό και ρωμαϊκό δίκαιο συναντώνται, ιδίως μετά την απονομή της ιδιότητας του ρωμαίου πολίτη σε όλους τους ελεύθερους κατοίκους της αυτοκρατορίας (212 μ.Χ.). Παράγοντες όπως η μεταφορά της πρωτεύουσας στην Κωνσταντινούπολη, η επικράτηση της ελληνικής γλώσσας στην Ανατολή και ο χριστιανισμός επέδρασαν στο μετασχηματισμό του δικαίου σε βυζαντινό, δίκαιο το οποίο επιβίωσε ακόμη και στους αιώνες της Λατινοκρατίας και της Τουρκοκρατίας. Το νεοελληνικό κράτος θεσμοθετεί την εφαρμογή του βυζαντινού δικαίου, ενώ παράλληλα εισάγει και θεσμούς σύμφωνους με τις νέες κοινωνικές απαιτήσεις και ακολουθεί ευρωπαϊκά πρότυπα.
Ένα εύληπτο εγχειρίδιο Ιστορίας του Δικαίου είναι λοιπόν αναγκαίο για τους φοιτητές της νομικής, οι οποίοι με τη μελέτη της ιστορικής εξέλιξης του δικαίου μπορούν να αντιληφθούν καλύτερα τη λειτουργία σύγχρονων θεσμών. Ξεπερνά όμως τα όρια της κατάρτισης μίας ομάδας επαγγελματιών γιατί είναι χρήσιμο και σε φοιτητές άλλων κλάδων όπως της πολιτικής επιστήμης, της ιστορίας, της αρχαιολογίας, της φιλοσοφίας, της κοινωνιολογίας, της ανθρωπολογίας κ.α.. Σε όλους αυτούς τους τομείς προσφέρει ένα ερμηνευτικό εργαλείο για την κατανόηση των θεσμών και των νομικών πηγών, που αποτελούν αντικείμενο και των δικών τους μελετών
Το εγχειρίδιο επιδιώκει να αποτελέσει μια εισαγωγή, θεωρητική και πρακτική, στη λογοτεχνική μετάφραση, η οποία επιτελεί διαχρονικά μείζονα ρόλο στην επαφή των πολιτισμών και στη συγκρότηση της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας, με τους όρους τους οποίους έθετε ο Goethe. Αρχικά, τοποθετεί τη μετάφραση ως φαινόμενο και πρακτική στο πλαίσιο της λογοτεχνίας και του πολιτισμού με βάση το μοντέλο των πολσυσυστημάτων και στο πλαίσιο των Περιγραφικών Μεταφραστικών Σπουδών, αφού την ορίσει με βάση τις διάφορες μεταφρασεολογικές θεωρήσεις. Εξετάζει τις νόρμες που διέπουν τα συστήματα και τις στρατηγικές που αυτές συνεπάγονται, οι οποίες παρουσιάζονται με έμφαση την ηθική τους διάσταση ως προς την αντιμετώπιση του Άλλου. Με παραδείγματα κειμένων προερχόμενων από πέντε διαφορετικές γλώσσες, αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, ισπανικά, και κατά περίπτωση και ορισμένες άλλες όπως τα ρωσικά, οι φοιτητές εξοικειώνονται με την έννοια της στρατηγικής πριν περάσουν στο κείμενο καθαυτό, την ένταξή του στο σώμα του συγγραφέα και την ανάλυσή του. Ορίζοντας το κείμενο ως μονάδα μετάφρασης, το εγχειρίδιο εξετάζει τη σχέση κειμένου, πολιτισμικών και γλωσσικών συμφραζομένων αλλά και τη διακειμενικότητα ως διάλογο κειμένων, ειδών και πολιτισμών. Παρουσιάζει τις τεχνικές ανασυγκειμενοποίησης (ή αναπλαισίωσης) του πολιτισμικού στοιχείου και του κειμένου ως συνόλου. Τέλος, περνά στη συγκεκριμένη εξέταση των διαφόρων γενών με τα υπο-γένη τους, πεζογραφία, ποίηση, θέατρο. Το τελευταίο κεφάλαιο επανέρχεται στην αρχική συζήτηση περί του ορισμού και των ορίων της λογοτεχνικής μετάφρασης, ανοίγοντας το πεδίο σε έργα μη αμιγώς λογοτεχνικά που όμως η μεταφρασεολογία έχει στο παρελθόν εντάξει, για ποικίλους λόγους, στη λογοτεχνική μετάφραση.
Το βιβλίο αυτό εξετάζει το ρόλο της εικόνας στον επιστημονικό λόγο της προϊστορικής αρχαιολογίας στον ελληνικό χώρο. Ειδικότερη έμφαση δίνεται στην εικονογράφηση της αρχιτεκτονικής σε τελικές δημοσιεύσεις προϊστορικών αρχαιολογικών θέσεων και συγκεκριμένα στη σημασία των γραμμικών σχεδίων (κατόψεων, τομών, αξονομετρικών σχεδίων), των ελεύθερων προοπτικών σχεδίων και αναπαραστάσεων, καθώς και στην ιδιαίτερη κατηγορία των ψηφιακών εικόνων. Κεντρικής σημασίας είναι τα εξής ερωτήματα: πόση έμφαση δίνεται στην περιγραφικη παρουσίαση και πόση στην ανασύνθεση και ερμηνεία των αρχιτεκτονικών καταλοίπων; Πόσο λεπτομερείς ή/και πόσο σχηματικές είναι οι σχετικές εικόνες; Πόσα είναι τα τεχνικά σχέδια και πόσες οι ελεύθερες αναπαραστάσεις; Πόση έμφαση δίνεται στον καθ' ύψος άξονα και πόση στην τρίτη διάσταση; Ποιές αλλαγές επιφέρουν οι ψηφιακές εφαρμογές στην αρχαιολογική ερευνητική διαδικασια; Εξετάζονται επίσης η συμμετοχή εξειδικευμένου προσωπικού (αρχιτεκτόνων, τοπογράφων, σχεδιαστών, γραφιστών κλπ.) στη μελέτη και εικονογράφηση της αρχιτεκτονικής, τα εκάστοτε διαθέσιμα τεχνικά μέσα και τέλος, το πλήθος και η σχέση εικόνων με τα αντίστοιχα κείμενα στις προϊστορικές δημοσιεύσεις. Έτσι διαπιστώνονται οι επιστημολογικές επιλογές των διαφόρων ερευνητών. Το βιβλίο αποτελεί το πρώτο μέρος της συνολικής πραγμάτευσης του παραπάνω θέματος. Καλύπτει την ιστορία της έρευνας, πραγματεύεται θωρητικά τη σχέση εικόνας και λόγου και παραθέτει τους κυριότερους τύπους σχεδίων και ψηφιακών εικόνων στις αρχαιολογικές δημοσιεύσεις. Στη συνέχεια εξετάζεται ο ρόλος των εικόνων αυτών στα δημοσιεύματα των περιηγητών του 18ου και του 19ου αιώνα, στο έργο τεσσάρων πρωτοπόρων της έρευνας, του Heinrich Schliemann, του Wilhelm Dörpfeld, του Χρήστου Τσούντα και του Arthur Evans και τέλος στις δημοσιεύσεις προϊστορικών ανασκαφών στο Αιγαίο, από τα τέλη του 19ου αιώνα έως και της δεκαετία του 1950.
Το βιβλίο απευθύνεται σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές εκπαιδευτικής πολιτικής, ειδικής αγωγής και δια βίου μάθησης που διδάσκονται τις βασικές αρχές των νευροεπιστημών, με απώτερο στόχο να κατανοήσουν τους μηχανισμούς λειτουργίας και την οργάνωση του εγκεφάλου, από το νευρικό κύτταρο μέχρι το ολοκληρωμένο νευρικό σύστημα, ώστε να γεφυρώσουν τις οργανικές βάσεις της συμπεριφοράς με τις πιθανές εφαρμογές τους.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί από ψυχολόγους, παιδαγωγούς και μη εξοικειωμένους φοιτητές και διδάσκοντες του χώρου των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών. Τα κεφάλαια εξασφαλίζουν τη μέγιστη δυνατή σαφήνεια και συνάφεια για ένα ευρύ φάσμα αναγνωστών, παρέχουν κρίσιμη διεπιστημονική γνώση και τονίζουν σύγχρονα ερευνητικά ευρήματα που ανοίγουν το δρόμο σε νέα σύνορα και κατευθύνσεις της μάθησης και της διδασκαλίας.

Δεδομένα και έννοιες μεταδίδονται καθαρά προκειμένου να βοηθηθούν οι φοιτητές στον προσανατολισμό τους. Τα περιεχόμενα και τα κεφάλαια δομούνται με λογική ροή της αφήγησης και κρατούν το βιβλίο ενημερωμένο σχετικά με τελευταίες έρευνες σε αυτόν τον ραγδαία εξελισσόμενο τομέα.

Τα θέματα περιλαμβάνουν:

- Αναφορά στα δομικά στοιχεία του εγκεφάλου και τα επίπεδα οργάνωσης του νευρικού συστήματος από το υποκυτταρικό έως το συμπεριφορικό επίπεδο
- Μακροσκοπική και μικροσκοπική αρχιτεκτονική του φλοιού των εγκεφαλικών ημισφαιρίων, του κατεξοχήν apparatus της νόησης
- Χαρακτηριστικά συνάψεων και συστήματα νευροδιαβιβαστών
- Θεμελιώδεις έννοιες γενετικών καταβολών και επιγενετικών επιδράσεων στην ανάπτυξη και διευθέτηση νευρωνικών κυκλωμάτων
- Συστήματα και μηχανισμούς που εμπλέκονται στη μάθηση και τις γλωσσικές λειτουργίες
- Την ευπλαστότητα του εγκεφαλικού ιστού με ιδιαίτερη έμφαση στη δια βίου μάθηση
- Εξελικτικές βάσεις νοημοσύνης, νόηση και νόημα
- Βασική νευροπαθολογία γενετικών συνδρόμων με εφαρμογές στην ειδική αγωγή
- Νευροβιολογία των προικισμένων ατόμων
Το βιβλίο αυτό καλύπτει την ελληνική πολιτική στο χώρο της Μεσογείου από το 1950 ως το 2004. Το1ο κεφάλαιο εστιάζει στην ελληνική διπλωματία τη δεκαετία του 1940, η οποία περιλαμβάνει το Β Παγκόσμιο Πόλεμο, τον ελληνικό εμφύλιο και την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου. Τα κεφάλαια 2 και 3 αναλύουν τις ελληνοαραβικές σχέσεις και τη στάση της Ελλάδας στο παλαιστιανιακό ζήτημα, ενώ τα κεφ. 4 και 5 επικεντρώνονται στο κυπριακό ζήτημα, την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και το κυπριακό ως το 2004 (σχέδιο Ανάν και ένταξη Κύπρου στην ΕΕ).

Η μελέτη απευθύνεται στο γενικό αναγνωστικό κοινό, που επιθυμεί να γνωρίσει την πολιτική της Ελλάδας στο περιφερειακό της περιβάλλον τον περασμένο αιώνα, αλλά και στους ειδικούς των επιστημών της ιστορίας, της πολιτικής επιστήμης και των διεθνών σχέσεων, για να εμβαθύνουν ακόμα περισσότερο σε ζητήματα ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Διδάσκοντες, φοιτητές, σπουδαστές και ειδικοί μπορούν να βρουν στο βιβλίο αυτό το απαραίτητο υλικό για να κατανοήσουν έννοιες και θέματα που σχετίζονται με θέματα εξωτερικής πολιτικής, περιφερειακών διενέξεων, ξένης επιρροής και εμπλοκής και τοπικών ιδιαιτεροτήτων
Οι πρώτοι γλωσσολόγοι που ενδιαφέρθηκαν για την γλωσσική κατάρτιση προσέγγισαν το εργαλείο της γλώσσας μέσα από αναλύσεις που αφορούσαν σχεδόν αποκλειστικά στη δομή του συστήματος. Αργότερα, με την εισαγωγή της εμπειρικής έρευνας στις γλωσσικές επιστήμες, οι ερευνητές έδειξαν ενδιαφέρον και δοκίμασαν να βρουν απαντήσεις και να εξηγήσουν τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η γλωσσική πρόσκτηση καθώς ‘δεν αρκέστηκαν στην απλή περιγραφή της γλώσσας του μαθητή’ Ellis (1994: 16). Παράλληλα επεδίωξαν να εξηγήσουν σχετικά φαινόμενα, όπως: α) “γιατί οι μαθητές κάνουν λάθη”; β) “για ποιο λόγο η γλώσσα τους σημειώνει σημαντικές κανονικότητες ‘marked regularities”; γ) “για ποιο λόγο η γλώσσα μεταβάλλονταν συστηματικά μέσα στο χρόνο”;
Κατά την απόκτηση της δεύτερης γλώσσας παρατηρούνται μία σειρά από συνθήκες, παράγοντες ή μεταβλητές που την επηρεάζουν και φαίνεται να προκύπτουν από ατομικές διαφορές ανάμεσα στους μαθητές. Οι παράγοντες αυτοί αρχικά, θα μπορούσαν να διαχωριστούν σε αυστηρά προσωπικούς και άλλους, περισσότερο γενικούς, που μπορεί να επηρεάζουν είτε τη διαδρομή (route) της γλωσσικής απόκτησης (την σειρά με την οποία οι μαθητές αποκτούν γλωσσικά φαινόμενα), είτε τον ρυθμό ταχύτητας της απόκτησης (rate), είτε το τελικό αποτέλεσμα, [το επίπεδο γλωσσικών ικανοτήτων ή επάρκειας (efficiency-proficiency) στο οποίο μπορεί να φτάσει ένας χρήστης]. Στην δεύτερη περίπτωση των προσωπικών διαφορών η υπόθεση της επιρροής δείχνει να είναι περισσότερο ισχυρή καθώς αποτελεί παρατήρηση αρκετών δασκάλων και μαθητών ενώ παράλληλα ίσως να είναι και ευκολότερα παρατηρήσιμη (αν και δεν συμβαίνει πάντα αυτό). Εδώ η έρευνα επικεντρώθηκε στην γλωσσική επάρκεια και ατομική αντίδραση των μαθητών κατά την απόκτηση της Γ2. Ειδικότερα, στο κίνητρο (motivation), στην προσωπικότητα (personality),στην ηλικία (age), στο γνωστικό και μαθησιακό στιλ (cognitive and learning style) και στις στρατηγικές μάθησης (learning strategies) αλλά και στην κλίση (aptitude).
Σκοπός του βιβλίου, το οποίο θα αποτελέσει κύριο βοήθημα για το μάθημα επιλογής του 8ου εξαμήνου της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ "Δίκαιο και Λογοτεχνία", είναι να φέρει σε επαφή τους σπουδαστές του δικαίου με ένα ιδιαίτερα ελκυστικό θεωρητικό, κριτικό ρεύμα Αμερικανικής ακαδημαϊκής προέλευσης με απαρχή τη δεκαετία του 70 και με δυναμική πλέον εμφάνιση και στα προγράμματα των Ευρωπαϊκών Νομικών Σπουδών. Τέμνοντας τα πεδία των νομικών και λογοτεχνικών σπουδών το "Δίκαιο και Λογοτεχνία"αναδεικνύει τα κοινά στοιχεία και τους δεσμούς που συνδέουν το δίκαιο με τη λογοτεχνία, επιτρέποντας την ευρύτερη κατανόηση του δικαίου ως πολιτισμικού φαινομένου
Οι προδρομικές μορφές, οι αιτίες εμφάνισης, οι στόχοι της κίνησης "Δίκαιο και Λογοτεχνία" στο περιβάλλον των σημερινών νομικών σπουδών θα αποτελέσουν αντικείμενο της εισαγωγής.Τα τρία επόμενα κεφάλαια θα αφιερωθούν στις τρεις μείζονες οπτικές υπό τις οποίες κυρίως εξετάζονται οι σχέσεις του δικαίου με τη λογοτεχνία. Η οπτική "Το δίκαιο στη λογοτεχνία" επικεντρώνεται στις αναπαραστάσεις των νομικών θεσμών και των λειτουργών της δικαιοσύνης στα λογοτεχνικά έργα. Η οπτική "Το δίκαιο ως λογοτεχνία" διερευνά τη γλωσσική και υφολογική ιδιαιτερότητα των νομικών κανόνων και της δικανικής γραφής, ενώ η οπτική "Το δίκαιο της λογοτεχνίας" επικεντρώνεται στο εκάστοτε θεσμικό πλαίσιο που οριοθετεί ως δυνατότητα αλλά και ως περιορισμό τη λογοτεχνική δημιουργία. Στα επόμενα κεφάλαια θα γίνει λόγος για ειδικότερες συσχετίσεις του δικαίου με τη λογοτεχνία: για τις σχέσεις ομοιότητας ή διαφοράς μεταξύ νομικής και λογοτεχνικής ερμηνείας,για τη θέση της αφήγησης στη νομική διδακτική και πρακτική, για το λογοτεχνικό έργο, κυρίως υπό την λαϊκότερη εκδοχή του, ως συντελεστή επιτάχυνσης ή επιβράδυνσης νομοθετικής μεταρρύθμισης. Το καταληκτικό κεφάλαιο αφιερώνεται στη σημασία του μύθου και της μυθοπλασίας για τη θεμελίωση θεσμών δικαίου, τη διατύπωση κανονιστικού επιχειρήματος και την αποκρυπτογράφηση νομικών δογμάτων.
Το βιβλίο αυτό πραγματεύεται ένα διεπιστημονικό πεδίο έρευνας όπου επιστήμες όπως η γλωσσολογία, η στατιστική και η τεχνητή νοημοσύνη συνδυάζονται ώστε να αποδοθεί η συγγραφική πατρότητα σε ανώνυμα κείμενα. Ο καθορισμός της συγγραφικής πατρότητας ενός κειμένου παίζει σημαντικότατο ρόλο σε ευρύ πεδίο εφαρμογών σε κλάδους όπως η λογοτεχνική ανάλυση, η εγκληματολογία, κ.ά. Η υφομετρική απόδοση της συγγραφικής πατρότητας αξιοποιεί τεχνικές υπολογιστικής γλωσσολογίας για να αναλύσει τα κείμενα και να μετρήσει κειμενικά χαρακτηριστικά σε αυτά που λειτουργούν άτυπα ως «υπογραφή» ενός συγγραφέα. Οι συχνότητες αυτών των χαρακτηριστικών «εκπαιδεύουν» ειδικούς αλγόριθμους τεχνητής νοημοσύνης οι οποίοι «μαθαίνουν» το ύφος των συγγραφέων και μπορούν να προσδιορίσουν στη συνέχεια την πιθανότητα της πατρότητας ενός ανώνυμου κειμένου.
Το προτεινόμενο βιβλίο δομείται σε δύο μέρη: Το πρώτο μέρος είναι θεωρητικό και καλύπτει την ιστορία της υφομετρίας καθώς και τον τρόπο με τον οποίο υπολογίζονται τα πιο γνωστά υφομετρικά χαρακτηριστικά. Το δεύτερο μέρος αφιερώνεται σε πραγματικά ερευνητικά προβλήματα που σχετίζονται με την υφομετρική απόδοση της συγγραφικής πατρότητας συμπεριλαμβάνοντας τον εντοπισμού του φύλου του συγγραφέα.
Το σύνολο των διαγραμμάτων και των στατιστικών αναλύσεων που χρησιμοποιούνται στο βιβλίο έχουν γίνει με την χρήση λογισμικού ανοιχτού κώδικα (Perl, R) και το σύνολο των εντολών που χρησιμοποιήθηκαν περιλαμβάνεται σε ειδικό παράρτημα ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να επαναλάβει τις αναλύσεις ή να τις προσαρμόσει στα δικά του δεδομένα.
Τέλος, αν και το θέμα που πραγματεύεται το βιβλίο είναι τεχνικό, έχει καταβληθεί προσπάθεια να εξηγούνται με απλό τρόπο όλες οι τεχνικές έννοιες και να χρησιμοποιούνται αναλυτικά παραδείγματα υπολογισμού όλων των εξισώσεων που παρουσιάζονται μέσα στο κείμενο με απώτερο στόχο τη διεύρυνση του αναγνωστικού κοινού και τη δυνατότητα μελέτης του από άτομα που δεν έχουν ιδιαίτερο μαθηματικό υπόβαθρο (φιλόλογοι, νομικοί κ.ά.).
Το σύγγραμμα έχει ως στόχο να καλύψει ένα πραγματικό κενό στην ελληνική ακαδημαϊκή βιβλιογραφία σχετικά με την έρευνα και τη σημασία της μελέτης των σκελετικών καταλοίπων στην ανθρώπινη εξέλιξη, ποικιλομορφία και πολιτισμό. Βασισμένο σε μια ενημερωμένη βιβλιογραφία και σε πρωτότυπο οπτικοακουστικό και φωτογραφικό υλικό απευθύνεται σε φοιτητές φυσικής και ιατροδικαστικής ανθρωπολογίας και βιοαρχαιολογίας. Το βιβλίο αποτελείται από 12 κεφάλαια και χωρίζεται σε 4 θεματικές ενότητες. Η πρώτη ενότητα αφορά στην βασική μακροσκοπική μελέτη των σκελετικών καταλοίπων. Γίνεται αναφορά στους βασικούς όρους ανατομικής και ιστολογίας του ανθρώπινου σκελετού και δίνεται έμφαση στην αναγνώριση και ταξινόμηση κατεστραμμένων και θρυμματισμένων οστών. Παρουσιάζονται κλασσικές αλλά και νεότερες μέθοδοι προσδιορισμού φύλου, ηλικίας και αναστήματος καθώς και το θεωρητικό υπόβαθρο που αναπτύχθηκαν και μια κριτική αξιολόγηση αυτών. Η δεύτερη ενότητα περιλαμβάνει θέματα παλαιοπαθολογίας και παλαιοδιατροφής. Γίνεται μια αναλυτική περιγραφή των συχνότερων παθολογιών που παρατηρούνται στα ανθρώπινα οστά και δόντια, αναφέρονται όλες οι μικροσκοπικές, μακροσκοπικές, ακτινολογικές, και βιοχημικές μεθόδοι που χρησιμοποιούνται στη διάγνωση και περιγραφή των ασθενειών και στην ανασύσταση της παλαιοδιατροφής. Η τρίτη ενότητα αναφέρεται στις μεταναστεύσεις και στην βιολογική ιστορία των προϊστορικών πληθυσμιακών ομάδων. Γίνεται εκτεταμένη αναφορά στη χρήση του αρχαίου DNA και της παλαιογενετικής, στις προοπτικές και τους περιορισμούς της νέας μεθόδου καθώς και στις σύγχρονες τεχνικές που χρησιμοποιούνται. Η τέταρτη ενότητα περιλαμβάνει τεχνικές πεδίου, δημιουργία βάσεων δεδομένων και βασικές αρχές στατιστικής για την αναλύση οστεολογικών δεδομένων. Επίσης παρουσιάζονται ειδικά θέματα ταφονομίας όπως αποτυπώνονται στο αρχαιολογικό και στο ιατροδικαστικό πλαίσιο. Στο τελευταίο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στο θεσμικό πλαίσιο και σε θέματα βιοηθικής που ανακύπτουν από τη μελέτη των ανθρώπινων καταλοίπων.
Το βιβλίο σκοπεύει να καλύψει ένα μεγάλο κενό στην ελληνική επιστημονική βιβλιογραφία, αποτελώντας προσπάθεια να συγγραφεί μια καινούρια ιστορία του Νέου Ελληνισμού κατά την περίοδο της οθωμανικής πολιτικής κυριαρχίας, η οποία θα λαμβάνει υπόψη της όλα τα πορίσματα της σύγχρονης ιστορικής επιστήμης
Το βιβλίο περιγράφει τη μουσική ζωή στα αστικά κέντρα της Ελλάδας το β΄μισό του 19ου αιώνα. Συγκεκριμένα, παρουσιάζονται τα είδη μουσικής που χρησίμευαν ως διασκέδαση των αστών-τα εκπαιδευτικά ιδρύματα για τη μουσική-οι χώροι των συναυλιών-το ρεπερτόριο των συναυλιών-τα κύρια μουσικά σύνολα της εποχής-σημαντικοί συνθέτες και ερμηνευτές-κοινωνική διαστρωμάτωση του φιλόμουσου κοινού.
Το βιβλίο αυτό απευθύνεται σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές που διδάσκονται θέματα σύγχρονης ελληνικής ιστορίας σχετικά με το β΄παγκόσμιο πόλεμο και ιδιαίτερα το ζήτημα της γενοκτονίας των Ελλήνων Εβραίων κατά το διάστημα της γερμανικής κατοχής.

Μέσα από μία προσέγγιση ενταγμένη στη συνολική ελληνική ιστορία της περιόδου κατανοούμε καλύτερα την ιστορία της "Τελικής Λύσης" στην ελληνική της εκδοχή και απομακρυνόμαστε από τις κατασκευές περί του απόλυτου κακού της «ναζιστικής θηριωδίας», εντάσσοντάς την ιστορία της "Τελικής Λύσης" στη μακρά διάρκεια της νεότερης ελληνικής αλλά και ευρωπαϊκής ιστορίας με τις εθνοτικές, θρησκευτικές και κοινωνικές αντιθέσεις που την χαρακτήρισαν. Έτσι αποκτούμε μία πληρέστερη εικόνα για την εποχή ενώ δίνεται η δυνατότητα για μία γόνιμη ευαισθητοποίηση σε θέματα ξενοφοβίας, ρατσισμού και αντιμετώπισης του "άλλου".

Το βιβλίο θα αποτελείται από 5 βασικά κεφάλαια, μία εισαγωγή και έναν επίλογο. Παρακάτω αναλύονται τα πέντε βασικά κεφάλαια του βιβλίου.

Το σύγγραμμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο από αναγνώστες που έχουν μία πρώτη επαφή με το θέμα όσο και από ειδικούς επιστήμονες του κλάδου που θα ήθελαν να εμβαθύνουν σε ζητήματα όπως:

-Οι μειονότητες κατά το Μεσοπόλεμο και το β΄παγκόσμιο πόλεμο.
-Η σημασία και η πολιτιστική, κοινωνική και οικονομική ιδιαιτερότητα της κοινότητας της Θεσσαλονίκης.
- Η αφομοίωση των εβραϊκών κοινοτήτων στις κατά τόπους κοινωνίες και η σημασία της (Ρομανιώτες, Εσκεναζί και Σεφαραδίτες Εβραίοι)
- Ο υπολογισμός των περιουσιακών στοιχείων που ανατρέπει στερεοτυπικές αντιλήψεις για τους γενικά πλούσιους Εβραίους και συνδέει το διωγμό και τη βίαιη αρπαγή των εβραϊκών περιουσιών πέρα από την αντισημιτική ιδεολογία των Ναζί με τον αντισημιτισμό της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης, με την ωφελιμιστική πρακτική της ναζιστικής Γερμανίας, τη συνεργασία της ελληνικής πολιτείας και τη γενικότερη λειτουργία της οικονομίας της Κατοχής, που είχε ως βασικό χαρακτηριστικό και πρόβλημα, την αποθησαύριση
Το βιβλίο αποτελεί εισαγωγικό εγχειρίδιο για την ιστορική και εθνομουσικολογική μελέτη της μουσικής στον ισλαμικό κόσμο. Στόχος του βιβλίου είναι να εισαγάγει τον αναγνώστη/διδασκόμενο στον ιδιαίτερο ρόλο και τη θέση που κατέχει η μουσική στις κοινωνίες όπου ιστορικά το Ισλάμ αποτέλεσε κυρίαρχη θρησκεία, με απώτερο σκοπό να συμβάλει στην εμβάθυνση και την κατανόηση του ισλαμικού πολιτισμού.

Το βιβλίο διαρθρώνεται γύρω από τρεις βασικούς θεματικούς άξονες (Πηγές, Θεωρήσεις, Πρακτικές) οι οποίοι παρουσιάζονται και αναλύονται ιστορικά, από την επικράτηση του Ισλάμ τον 7ο έως και τις αρχές του 20 αιώνα, και υποστηρίζονται με επιλεγμένα παραδείγματα από διαφορετικές μουσικές παραδόσεις (Αραβική, Περσική, Οθωμανική κλπ.) του ισλαμικού κόσμου. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην κατανόηση της σχέσης μεταξύ του Ισλάμ και της μουσικής, και του φάσματος των αντιλήψεων και των συμπεριφορών που διαμορφώθηκαν ιστορικά απέναντι στο ζήτημα των αποδεκτών χρήσεων της μουσικής στο θρησκευτικό πλαίσιο. Εξετάζονται αναλυτικά ζητήματα που αφορούν στους τρόπους μετάδοσης της μουσικής και που συμπεριλαμβάνουν προφορικές και γραπτές πρακτικές, στις φιλοσοφικές θεωρήσεις και τις θεωρητικές διαστάσεις σχετικά με τη μουσική τόσο ως τέχνη όσο και ως επιστήμη, καθώς και στην επιτελεστική διάστασή της που προσδιορίζεται από το ευρύτερο πολιτισμικό πλαίσιο, τους μουσικούς και τα διαφορετικά μουσικά είδη. Σε όλα τα παραπάνω θεματικά πεδία, η μουσική προσεγγίζεται και αναλύεται σε συνάρτηση με τις υπόλοιπες μορφές τέχνης (λογοτεχνία, εικονογραφία, αρχιτεκτονική κλπ.) και τα διαφορετικά πεδία δημιουργικών διεργασιών του ισλαμικού πολιτισμού.
Η πρόταση αφορά τη δημιουργία ενός ηλεκτρονικού συγγράμματος με τίτλο "Συγκριτολογία. Θεωρία και Πράξη". Η Συγκριτολογία (ή Συγκριτική Φιλολογία) εξετάζει τη λογοτεχνία από μια διεθνή, υπερεθνική οπτική και μελετά τα διακαλλιτεχνικά, διαπολιτισμικά και διεπιστημονικά της συμφραζόμενα. Το αντικείμενο αυτό αποτελεί πλέον και στην Ελλάδα αναπόσπαστο μάθημα στα προγράμματα σπουδών των φιλολογικών τμημάτων (ελληνικών και ξενόγλωσσων). Το υπό δημιουργία σύγγραμμα θα έχει τη μορφή εγχειριδίου και έχει σχεδιαστεί ως υλικό προς αξιοποίηση στη διδασκαλία του συγκεκριμένου μαθήματος. Απευθύνεται στους φοιτητές των παραπάνω τμημάτων, χωρίς προαπαιτούμενες γνώσεις, με σκοπό να τους εισαγάγει στο αντικείμενο της Συγκριτικής Φιλολογίας, στους σκοπούς και τις μεθόδους της και να ενισχύσει την κριτική τους σκέψη στην κατεύθυνση μιας διεθνούς θεώρησης των λογοτεχνικών φαινομένων. Το βιβλίο αποτελείται από 12 κεφάλαια, τα οποία αποτελούν 12 διακριτές θεματικές ενότητες, οι οποίες πραγματεύονται και καλύπτουν όλες τις βασικές πρακτικές της σύγχρονης Συγκριτικής Φιλολογίας και τα κύρια πεδία άσκησής της. Συγκεκριμένα πρόκειται για τα ακόλουθα: 1) Τι είναι Συγκριτολογία 2) Η Ιστορία του κλάδου 3) Είδη Σύγκρισης 4) Πρόσληψη και επίδραση 5) Θέματα και Μοτίβα. 6) Λογοτεχνικά είδη και εποχές 7) Συγκριτολογία και Μετάφραση 8) Διακειμενικότητα 9) Διακαλλιτεχνικότητα 10) Διαπολιτισμικότητα 11) Λογοτεχνία και επιστήμες 12) Συγκριτολογία και παγκοσμιοποίηση. Όλα τα κεφάλαια έχουν την ίδια δομή, αποτελούμενα από τρία μέρη: Ξεκινούν με ένα θεωρητικό μέρος που εισάγει σταδιακά τον φοιτητή στο υπό εξέταση ζήτημα, ακολουθεί ένα πρακτικό μέρος με παραδειγματικές συγκριτολογικές αναλύσεις και ολοκληρώνονται με σύνοψη των βασικών σημείων, ασκήσεις εμβάθυνσης και ενδεικτική βιβλιογραφία. Έχει καταβληθεί προσπάθεια ώστε μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας να παραπέμπει σε έγκριτες ελληνικές και ξενόγλωσσες ηλεκτρονικές πηγές για την ενίσχυση της διαδραστικότητας (βλ. σχετικό πεδίο).
Πρόκειται για εγχειρίδιο με αντικείμενο το οργανωτικό μέρος του συνταγματικού δικαίου. Το βιβλίο διαιρείται σε ​8​ κεφάλαια, με το ακόλουθο περιεχόμενο (παρότι οι τίτλοι τους μπορεί να είναι συντομότεροι):
​1. Κράτος, Κυριαρχία και Συνταγματισμός
2. Το Σύνταγμα ως Αντικείμενο του Συνταγματικού Δικαίου: Έννοια, Δημιουργία, Διακρίσεις και Λειτουργίες του Συντάγματος
3. Το Σύνταγμα ως μήτρα της έννομης τάξης
4. Κοινωνικό κράτος δικαίου και διάκριση των λειτουργιών
5. Η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία
6. Βουλή, Κυβέρνηση, Πρόεδρος της Δημοκρατίας
7. Η λειτουργία του κοινοβουλευτικού συστήματος
8. Αναθεώρηση, τροποποίηση και εγγυήσεις τήρησης και προστασίας του Συντάγματος

Το Είναι και Χρόνος (ΕΧ) του Μάρτιν Χάιντεγκερ είναι κατά γενική ομολογία ένα από τα πλέον σημαντικά έργα της ιστορίας της φιλοσοφίας. Τόσο η εξέταση της ιστορίας της φιλοσοφίας μέσα σε αυτό όσο και η τεράστια επίδραση που αυτό άσκησε στη φιλοσοφία που έπεται της εμφάνισής του (1927) το καθιστούν αναγκαία ύλη κάθε αξιόλογου φιλοσοφικού προγράμματος σπουδών. Το έργο αυτό όμως είναι και διαβόητο για τη μεγάλη δυσκολία που παρουσιάζει στην κατανόησή του. Στη συγκεκριμένη ερμηνεία και ανάλυση του ΕΧ, λοιπόν, επιχειρείται η λεπτομερής και διδακτική εξήγηση όλων των ιδεών και των επιχειρημάτων του. Σε αυτό το εγχείρημα δε ακολουθείται ειδικώς μια μεθοδολογία την οποία κρίνω την πιο ενδεδειγμένη: η φαινομενολογική -- το έργο προσεγγίζεται φαινομενολογικά. Ο ίδιος ο Χάιντεγκερ κάνει ρητό πως κάθε τι που πρόκειται να γίνει θέμα στο ΕΧ πρέπει να μπορεί να καθίσταται φαινόμενο. Η απαίτηση αυτή δεν είναι επουσιώδης ή ευκαιριακή. Χαρακτηρίζει το έργο, το σχέδιό του, και την τελική σκόπευσή του σε κάθε σημείο της ανάπτυξης. Ο Χάιντεγκερ αναδεικνύεται ως σχεδόν εμμονικός με αυτό το καθήκον. Επιχειρεί να κάνει φαινομενολογική οντολογία, δηλαδή να διαλευκάνει φαινομενολογικά το μέγιστο και σκοτεινότερο πρόβλημα της φιλοσοφίας από ιδρύσεώς της: το νόημα του Είναι. Κατά τη φαινομενολογική μεθοδολογία, αποκλείεται εξαρχής και κατ’ αρχήν κάθε προσφυγή στην εικασία και τη σκέτη ανάλυση εννοιών (λογική ή διαλεκτική) χωρίς απαραίτητη σύνδεση με μια εποπτεία όπου κάθε τι για το οποίο μιλάμε φανερώνεται το ίδιο ως έχει. Προφανώς, κάτι τέτοιο φαντάζει, σε πρώτη προσέγγιση, σχεδόν τερατώδες. Εδώ βρίσκεται ο πυρήνας της δυσκολίας κατανόησης του ΕΧ. Έτσι, στην εδώ προτεινόμενη ερμηνεία και ανάλυση δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στον φωτισμό των προϋποθέσεων της κατανόησης της όλης φιλοσοφικής έρευνας που ο Χάιντεγκερ επιχειρεί στο ΕΧ. Πάνω σε αυτή τη βάση, πραγματοποιείται και η ενδελεχής ανάδειξη όλων των ιδεών και των επιχειρημάτων που περιέχονται στο ΕΧ και ειδικά στην Πρώτη Διαίρεση.

Το βιβλίο απευθύνεται σε εκπαιδευόμενους εκπαιδευτικούς προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας. Καταπιάνεται με ένα σύγχρονο ζήτημα, αυτό της διαθεματικής/ διεπιστημονικής προσέγγισης της διδασκαλίας, φέρνοντας υποδειγματικά σε επικοινωνία δύο γνωστικά αντικείμενα που με βάση την εκπαιδευτική παράδοση θεωρούνται ξένα.
Παρουσιάζονται τόσο θεωρητικά όσο και μέσω σειράς διδακτικών εφαρμογών τα ζητήματα: α) με ποιους τρόπους, γιατί, με τι κέρδη και τι ζημιές, μπορεί η θεατρική έκφραση να αναπαραστήσει ιδέες/ σχήματα των φυσικών επιστημών, β) με ποιους τρόπους και γιατί, ένας εκπαιδευτικός προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας (ο οποίος κατά κανόνα διαθέτει περιορισμένες γνώσεις τόσο φυσικών επιστημών όσο και θεάτρου) μπορεί, στην προσπάθειά του να επιτύχει τη θεατρική αναπαράσταση επιστημονικών ιδεών, να εμβαθύνει τόσο σε θεμελιώδεις επιστημονικές ιδέες (αυτές που συγκροτούν την επιστημονική κουλτούρα και αποτελούν αντικείμενο διδασκαλίας-μάθησης στα μικρά παιδιά), όσο και στις δραματουργικές, σημειολογικές και αισθητικές αρχές του θεάτρου (αυτές που οικοδομούν μια παιδαγωγική με αισθητική), γ) ποια είναι και ποιες «άγκυρες» θεατρικότητας διαθέτουν τα σχήματα που προτείνονται από την επιστήμη για οντότητες όπως ο χρόνος, το φως, το σύμπαν κ.λπ., για τις επιστημονικές μεθόδους και πρακτικές αλλά και για τις «αυτονόητες» επιστημονικές πεποιθήσεις, που απαλλάσσουν την επιστημονική σκέψη και κουλτούρα από την τελεολογία, δ) με ποιους τρόπους μια τέτοια διδακτική προσέγγιση απελευθερώνει τη δημιουργικότητα των διδασκόμενων στο επιστημονικό και στο θεατρικό πεδίο, εγκαθιστά την κουλτούρα της αυτοαξιολόγησης ως βασικό χαρακτηριστικό της διδασκαλίας και καλλιεργεί τις τεχνολογικές δεξιότητες (στις κλασικές και στις νέες τεχνολογίες).
Από την περιοχή των φυσικών επιστημών προκρίνονται ζητήματα που συναντάμε στη φυσική και την ιστορία της και από την περιοχή του θεάτρου κυριαρχούν τεχνικές του κουκλοθέατρου (κούκλα, θέατρο σκιών, θέατρο αντικειμένων, μαύρο θέατρο κ.λπ.).
Το βιβλίο πραγματεύεται τα κυριότερα ζητήματα της πολιτικής, κοινωνικής, οικονομικής και πολιτισμικής ιστορίας των κρατών της Ιταλικής χερσονήσου, από την έναρξη των πρώιμων νεότερων χρόνων, που σημαδεύεται από την υποταγή της χερσονήσου σε ξένους ηγεμόνες, κυρίως Ισπανούς, μέχρι την ολοκλήρωση της μακράς περιόδου που οδήγησε το 1861 στην ιταλική ενοποίηση και λίγα χρόνια αργότερα στην απελευθέρωση του Βένετο (1866) και της Ρώμης (1870) όπου θα μεταφερόταν η πρωτεύουσα του νέου κράτους.

Κεντρικές επιλογές του συγγραφέα αποτελούν: α) η ένταξη του ιταλικού παραδείγματος στο ευρωπαϊκό πλαίσιο της ιστορίας της υπό εξέταση περιόδου, και β) η διασύνδεση του κειμένου αφενός με τις πηγές της ιταλικής ιστορίας και αφετέρου με τη γεωγραφία της χερσονήσου, μέσα από τη χρήση χαρτών που θα μας επιτρέψουν να παρακολουθήσουμε τις πολυάριθμες μεταβολές στην πολιτική γεωγραφία των ιταλικών προ-ενωτικών κρατών.
Στην παρούσα εργασία προσπαθούμε να εξετάσουμε, αναλύουμε και ερμηνεύσουμε με τα μεθοδολογικά εργαλεία της πολιτισμικής ιστορίας, της ανθρωπολογίας και της ιστορίας της τέχνης, με την επεξεργασία τριών παραδειγματικών περιπτώσεων στις οποίες αντιστοιχούν έντεκα κεφάλαια και για ένα χρονικό διάστημα τεσσάρων αιώνων (16ος-19ος αι.): α. τους σταδιακούς μετασχηματισμούς της ζωγραφικής μεταβυζαντινής παράδοσης χάρη στην όσμωση με τον περίγυρό της και τη νέα κοινωνικο-πολιτική και οικονομική πραγματικότητα που αναδύθηκε, αφομοιώνοντας εικαστικά στοιχεία της σύγχρονής της ευρωπαϊκής και οθωμανικής κουλτούρας, στοιχεία που παρουσιάζουν αισθητικό ενδιαφέρον και τα οποία διεύρυναν όχι μόνο τον κύκλο των θεμάτων της, την τεχνοτροπία της, αλλά και το διάκοσμό της, β. την κοσμική ζωγραφική οικιών της Μακεδονίας ως στοιχείο της πολιτισμικής δραστηριότητας του αστικού κόσμου, σε μια προσπάθεια ανάδειξης του φαινομένου της διακοσμητικής ζωγραφικής, με την εξέταση των μορφολογικών και τυπολογικών χαρακτηριστικών των κοσμικών τοιχογραφιών σε οικίες που μας επιτρέπουν να εντάξουμε τις τοιχογραφίες σε ευρύτερες διακοσμητικές ομαδοποιήσεις, στο πλαίσιο μιας εικαστικής γλώσσας η οποία αναπτύχθηκε στους κόλπους της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά και την κοινωνική και ιδεολογική λειτουργικότητα του διακοσμητικού φαινομένου, γ. αναπαραστάσεις του χρόνου που αποκαλύπτουν νέες όψεις τόσο του ανθρωπολογικού όσο και του εκκλησιαστικού χρόνου, οι οποίες αναδεικνύουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της μεταβυζαντινής κοινωνίας, ιδωμένης μέσα από το πρίσμα της ιστορίας των ιδεών που τις συγκροτούν. Ζητούμενο στην ουσία είναι η ίδια η κοινωνία και ο τρόπος με τον οποίο ο χρόνος στις ποικίλες του εκφάνσεις ενσωματώνεται στη συνείδησή της, προσδιορίζοντας την ίδια της την πραγματικότητα. Η θεώρηση εδώ του ανθρωπογενούς χρόνου εστιάζεται στη χρήση και τη βίωσή του από τις προβιομηχανικές κοινωνίες.
Στόχος του βιβλίου είναι η συστηματική παρουσίαση των βασικών εννοιολογικών διαστάσεων του μεταφραστικού φαινομένου. Διαρθρώνεται σε επτά κεφάλαια και μελετά διάφορα θέματα αιχμής που άπτονται της μετάφρασης. Επιδιώκει να εξετάσει, με κριτικό τρόπο, ορισμένες από τις σημαντικότερες πτυχές της μετάφρασης υπό το πρίσμα γλωσσολογικών, πολιτισμικών, κοινωνιολογικών και σημειολογικών προσεγγίσεων, αναδεικνύοντας έτσι το διεπιστημονικό χαρακτήρα της μεταφρασεολογικής σκέψης στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο, δικτυωμένο και διαρκώς μεταβαλλόμενο τεχνολογικά περιβάλλον –εξού άλλωστε και η ιδιαίτερη έμφαση που δίνει στη θέση της τεχνολογίας στο μεταφραστικό ενέργημα. Η μελέτη υποστηρίζεται από ευρεία χρήση παραδειγμάτων από διάφορα ζεύγη γλωσσών. Το πρώτο κεφάλαιο εστιάζει στον ορισμό του μεταφραστικού φαινομένου καθώς και στις βασικές αρχές τη μεταφρασεολογικής επιστήμης. Στο δεύτερο κεφάλαιο μελετώνται οι γλωσσολογικά προσανατολισμένες προσεγγίσεις του μεταφραστικού φαινομένου καθώς και θεωρητικά ζητήματα, όπως η ισοδυναμία, που άπτονται της μετάφρασης. Στο τρίτο κεφάλαιο, το μεταφραστικό φαινόμενο προσεγγίζεται ως διαμεσολάβηση πολιτισμών, εξετάζονται οι ηθικές διαστάσεις του όπως και τα επίπεδα (μακροδομή/μικροδομή) στα οποία η έννοια του πολιτισμού εμπλέκεται με τη μετάφραση. Στο τέταρτο κεφάλαιο μελετάται η διάδραση μεταξύ της κοινωνικής δομής και ατομικής δράσης στο μεταφραστικό πεδίο. Το πέμπτο κεφάλαιο αναδεικνύει τις σημειολογικές πλευρές της μεταφραστικής διαδικασίας και παρουσιάζει τις τυπολογίες με σημειωτικό υπόβαθρο. Στο έκτο κεφάλαιο διερευνάται η σχέση μεταξύ ιδεολογίας και μετάφρασης με έμφαση στη μετάφραση πολιτικών και δημοσιογραφικών κειμένων. Το έβδομο κεφάλαιο, τέλος, επικεντρώνεται στην ισχυρή τεχνολογική πτυχή της μετάφρασης σήμερα και τα διάφορα επίπεδά της (λεξικογραφικές και τεχνολογικές βάσεις δεδομένων, μεταφραστικές μνήμες, χρήση διαδικτύου, σώματα κειμένων, συστήματα αυτόματης μετάφρασης).
Το ηλεκτρονικό αυτό βιβλίο αποτελεί ένα εγχειρίδιο που απευθύνεται σε νέους κινηματογραφιστές, σπουδαστές ή ερασιτέχνες και καλύπτει όλα τα στάδια της δημιουργίας ενός ντοκιμαντέρ, από τη σύλληψη της αρχικής ιδέας μέχρι την προβολή της τελικής ταινίας. Περιγράφει βήμα-βήμα τη δημιουργική διαδικασία ξεκινώντας από τη φάση της ανάπτυξης της πρότασης και την προετοιμασία, συνεχίζοντας με την παραγωγή και τα γυρίσματα και στη συνέχεια το μοντάζ και το post production, και τέλος την προώθηση της ταινίας στο κοινό.

Σε κάθε στάδιο παρουσιάζεται η μεγάλη ποικιλία αισθητικών επιλογών που προσφέρονται στο σύγχρονο δημιουργό και οι διαφορετικές αφηγηματικές λειτουργίες που υπηρετούνται με κάθε μορφολογική επιλογή. Έτσι το βιβλίο καλλιεργεί έναν προβληματισμό πάνω σε βασικές αισθητικές και θεωρητικές προσεγγίσεις βοηθώντας τον νέο κινηματογραφιστή να βρει το προσωπικό του βλέμμα, το οποίο τελικά θα εκφραστεί με καθαρά τεχνικές αποφάσεις. Τα αυτοτελή, ανεξάρτητα κεφάλαια και οι συστηματικές διαιρέσεις τους, επιτρέπουν την επιλεκτική ανάγνωση, ενώ το ηλεκτρονικό βιβλίο λειτουργεί κυριολεκτικά ως εφόδιο, εφόσον ο αναγνώστης θα μπορεί να το συμβουλευτεί ακόμη και στο γύρισμα μέσω φορητής συσκευής.

Η ύλη καλύπτει τις ανάγκες κυρίου συγγράμματος για 2 εργαστηριακά μαθήματα ντοκιμαντέρ στο Τμήμα Κινηματογράφου του Α.Π.Θ. (με τις αντίστοιχες ασκήσεις τους), ενώ επιμέρους κεφάλαια με βεβαιότητα αποτελούν βοήθημα για άλλα 3 μαθήματα (μοντάζ, παραγωγής και ήχου). Όπως σε ανάλογα εγχειρίδια στη διεθνή αντίστοιχη βιβλιογραφία, επιχειρούμε να υποδείξουμε μεθοδολογίες και να συστηματοποιήσουμε ένα σύνολο γνώσεων που συγκεράστηκαν από τη συλλογική εμπειρία ενός ευρύτατου δείγματος δημιουργών ντοκιμαντέρ και αποτυπώνονται σε προφορικές και γραπτές μαρτυρίες, σε διαδικτυακές πηγές, αλλά και σε προσωπικές συνεντεύξεις. Όπως είναι φυσικό η καλλιτεχνική εμπειρία των ίδιων των συγγραφέων τροφοδοτεί σημαντικά αυτή τη δεξαμενή γνώσεων δίνοντας συγχρόνως τη διάσταση της ελληνικής πραγματικότητας.
Το βιβλίο απευθύνεται σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές ιστορικών τμημάτων καθώς και άλλων ανθρωπιστικών κοινωνικών και πολιτικών επιστημών που επιθυμούν να κατανοήσουν σε βάθος πώς γράφεται μια ιστορική μελέτη, πώς χειρίζεται ο ιστορικός τις πηγές του και ποια είναι τα μεθοδολογικά εργαλεία της επιστήμης του. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί από αναγνώστες που ενδιαφέρονται για την επιστημονικότητα αλλά και τη χρήση της ιστορίας. Ειδικότερα το βιβλίο αυτό παρουσιάζει με απλό και κατανοητό τρόπο:
• τι είναι ιστορία και ποιο είναι το έργο του ιστορικού
• τη σταδιακή εξέλιξη της ιστορικής επιστήμης στην πορεία του χρόνου
• τις πηγές του παρελθόντος και τη θέση της ιστορίας ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν
• τη θεωρία, τις μεθόδους, τα εργαλεία και τα βασικά στοιχεία της συγγραφής μιας ιστορικής μελέτης
Για την επίτευξη αυτών των στόχων το προτεινόμενο εγχειρίδιο
• σχεδιάζεται με βάση τα ερωτήματα που θέτουν οι φοιτητές κατά την πρώτη συνάντησή τους με την ιστορική επιστήμη και ξεκινά από προβληματισμούς, όπως: ότι η ιστορία δεν έχει χρέος να αναπαριστά ό,τι ακριβώς συνέβη σε μία δεδομένη χρονική στιγμή, ότι τα ιστορικά γεγονότα δεν υπάρχουν πριν τα αναδείξουν οι ιστορικοί, ότι η ιστορία δεν «γράφεται από τους νικητές» αλλά ούτε επαναλαμβάνεται.
• έχει τη μορφή ανάλυσης ενός σύγχρονου πανεπιστημιακού μαθήματος: απαρτίζεται από κεφάλαια που αντιστοιχούν σε παραδόσεις, περιλαμβάνουν μαθησιακούς στόχους, ασκήσεις και προτεινόμενη βιβλιογραφία για περαιτέρω μελέτη
• κάθε κεφάλαιο εμπλουτίζεται με παραδείγματα που βοηθούν στην κατανόηση δυσνόητων θεωρητικών ζητημάτων και τα οποία αντλούνται από τη σύγχρονη πραγματικότητα, ή ακόμη και από το σύγχρονο κινηματογράφο (π.χ. για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι ιστορίες των ατόμων/ηρώων συναντώνται, συναρθρώνονται και αλληλοεπηρεάζονται αλλά υπερκαθορίζονται από εθνικές ή και παγκόσμιες ιστορικές εξελίξεις μιας περιόδου).
Το βιβλίο αυτό απευθύνεται σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές Παιδαγωγικών και Κοινωνιολογικών Σχολών, καθώς και σε φοιτητές Θεολογικών Σχολών και Τμημάτων που σχετίζονται με τις Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές Επιστήμες. Ιδιαίτερα η σχέση του με τις επιστήμες της Αγωγής δίνει τη δυνατότητα στους διδάσκοντες, φοιτητές, σπουδαστές, αλλά και στους επαγγελματίες του χώρου να εξοικειωθούν με προσεγγίσεις που σχετίζονται:
Α) με την Κοινωνιολογία της Θρησκείας ως επιστημονικής μεθόδου μελέτης της θρησκείας
Β) με θέματα όπως: πολυπολυτισμικότητα, εκκοσμίκευση, θρησκευτικές παραδόσεις, θρησκευτική ελευθερία, δημοκρατικές αντιλήψεις κ.α.
Γ) Το ρόλο της θρησκείας στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο και τα νέα σχολικά περιβάλλοντα μάθησης
Δ) Τη σχέση μεταξύ κοινωνιολογίας – θρησκείας και εκπαίδευσης
Ε) Την απαίτηση για ένα μάθημα διαθρησκειακής αγωγής στο σύγχρονο σχολείο
Στ) Τη δημιουργία των προγραμμάτων σπουδών στη θρησκευτική εκπαίδευση με έμφαση στην ελληνική περίπτωση.
Το προτεινόμενο σύγγραμμα έχει δύο στόχους: α) την εισαγωγή προπτυχιακών φοιτητών στις βασικές παραμέτρους μελέτης της αρχαίας ελληνικής κεραμικής με έμφαση στα σχήματα, τεχνοτροπία και θεματολογία των αττικών αγγειών της αρχαϊκής και κλασικής εποχής, και β) την ανάλυση της θρακικής εικονογραφίας βάσει αντιπροσωπευτικών αττικών αγγείων, διακοσμημένων με θέματα που αντανακλούν τις αλληλοπεπιδράσεις μεταξύ Αθήνας και Θράκης.
Ο διττός ρόλος ενός τέτοιου συγγράμματος έρχεται να προσθέσει μια νέα προσέγγιση στην έρευνα της αρχαίας Θράκης, δίνοντας την ευκαιρία στους φοιτητές να εξοικειωθούν τόσο με την αττική κεραμική και αγγειογραφία, όσο και με τη θρακική μυθολογία και τα εκάστοτε ιστορικά και κοινωνικά συμφραζόμενα των δύο περιοχών (Αθήνα-Θράκη). Το σύγγραμμα δεν ακολουθεί μια μονομερή τεχνοϊστορική προσέγγιση του υλικού, αλλά επεισέρχεται σε θέματα εμπορίου και πολιτιστικών επαφών μεταξύ των δύο περιοχών, με στόχο την σκιαγράφηση ενός συνολικού πλαισίου μέσα στο οποίο εξελίχθηκε η θρακική εικονογραφία. Επομένως, το σύγγραμμα είναι κατάλληλο και για πιο εξειδικευμένους αναγνώστες (μεταπτυχιακούς φοιτητές, διδάσκοντες), αλλά και για αγγλόφωνα προγράμματα, χάρη στην αγγλική μετάφραση του κάθε κεφαλαίου.
Το βιβλίο απαρτίζεται από επτά κεφάλαια, εκ των οποίων τα δύο πρώτα πραγματεύονται τη σημασία της κεραμικής στη μελέτη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, και ειδικότερα το ρόλο των αττικών αγγείων (κεφ. 1, 2). Ακολουθεί ένα πιο εξειδικευμένο κεφάλαιο με τις αλληλεπιδράσεις Αθήνας και Θράκης (κεφ. 3) και έπεται η ανάλυση αντιπροσωπευτικών αττικών αγγείων με θρακική εικονογραφία (κεφ. 4). Τέλος, ένας Επίλογος συνοψίζει τα θέματα που εξετάστηκαν παραπάνω (κεφ. 5). Κάθε κεφάλαιο συνοδεύεται από αγγλική μετάφραση και βιβλιογραφική τεκμηρίωση, ενώ πλούσιο εποπτικό υλικό με χάρτες και εικόνες βρίσκεται στο Παράρτημα (κεφ. 6). Ένα τελευταίο κεφάλαιο (κεφ. 7) διαθέτει διαδραστικές ασκήσεις για καλύτερη κατανόηση του υλικού και προετοιμασία των φοιτητών για τις εξετάσεις.
Το βιβλίο Ιστορίες των τεχνών από την Αναγέννηση έως σήμερα έχει ως στόχο την εξοικείωση των φοιτητών με την αρχιτεκτονική και την τέχνη γενικότερα, τη διερεύνηση των κοινωνικών και πολιτιστικών αιτιών που συνετέλεσαν στην παραγωγή τους και την κριτική τοποθέτηση απέναντι στα έργα και στις αξίες που εμπεριέχουν. Ιδιαίτερη σημασία δίδεται στην κατανόηση των τεχνών μέσα από την Ιστορία τους, δηλαδή, η εισαγωγή στην κριτική αντιμετώπιση των θεωρητικών προβληματισμών που διέπουν τα έργα και ο σχολιασμός τους ως φορείς της καλλιτεχνικής διαδικασίας. Tα χαρακτηριστικά στοιχεία της κάθε εποχής, τα βασικά γνωρίσματα της τέχνης των διαφόρων εποχών ή και των διαφόρων κινημάτων, προηγούνται της παρουσίασης των έργων και των ιδιαιτεροτήτων της κάθε ενότητας. Η περιγραφή και η ανάλυση έργων, που προτείνονται ως μία στιγμή ανακεφαλαίωσης της κάθε ενότητας αλλά και ως ευκαιρία για συζήτηση και συλλογικό προβληματισμό κλείνει κάθε κεφάλαιο.Σημαντικό τμήμα του βιβλίου θα είναι η αναφορά και η παράθεση των αντίστοιχων εκφράσεων των τεχνών στον ελληνικό χώρο.
Στην σχέση δασκάλου μαθητή η ποιότητα επικοινωνίας κατέχει μια ιδιαίτερα σημαντική θέση. Στους μαθητές μουσικής συχνά παρατηρείται ένα φαινόμενο «ψυχοσωματικής αντιγραφής» του δασκάλου: η γλώσσα του σώματος, η στάση, η συναισθηματική έκφραση, η γνωστική κατανόηση και γενικότερα η όλη μουσική εκτέλεση του μαθητή μοιάζει με μια «επανεκτύπωση» καλής ή/και κακής ποιότητας του τρόπου που παίζει ο δάσκαλος, καθώς και της γενικότερης σχέσης του με τη μουσική και το όργανό του. Πιθανότατα αυτό συμβαίνει διότι υπάρχει περιορισμένη εκπαίδευση σε θέματα επικοινωνίας στη μουσική παιδαγωγική με αποτέλεσμα ο δάσκαλος να λειτουργεί στο μάθημα σε μιμητική βάση έχοντας ως σημείο αφόρμησης προσωπικές εμπειρίες, συχνά παραγνωρίζοντας τη μοναδικότητα του κάθε μαθητή. Έτσι προκύπτουν ερωτήματα όπως: Ποιός είναι ο μαθητής; Ποια η αλήθεια του;Πως μπορεί να προχωρήσει σε προσωπική ανάπτυξη;
Για τους λόγους αυτούς δημιουργήθηκε μια νέα προσέγγιση Co.M.P.A.S.S: Communication Music Processes Awareness Strategies and Solutions (Psaltopoulou, Zafranas, Kaminis, 2014). Αποτελεί καινοτόμο προσέγγιση, η οποία αναδύθηκε μέσα από σχετική ποιοτική έρευνα, όπου επιχειρείται μεταφορά από ψυχαναλυτικό πλαίσιο σε διδακτικό. Το ψυχαναλυτικό υλικό αφορά στα τέσσερα είδη λόγου κατά Jacques Lacan. Βασικός στόχος της μελέτης ήταν η διερεύνηση και κατηγοριοποίηση στα είδη λεκτικής και μη-λεκτικής επικοινωνίας που χρησιμοποιούνται στην διαδραστική σχέση δασκάλου-μαθητή στο μάθημα πιάνου. Περαιτέρω, διερευνήθηκε η συμβολή της συνειδητότητας της ποιότητας του επικοινωνιακού λόγου στη γνωστική, συναισθηματική και γενικότερη ανάπτυξη της σχέσης του μαθητή με το δάσκαλο, τη μουσική και το όργανο.
Πρόκειται για πρωτοποριακή τομή διεπιστημονικής διασύνδεσης μουσικής παιδαγωγικής, επικοινωνίας, μουσικοθεραπείας και ψυχανάλυσης με ευρύ πεδίο άμεσων εφαρμογών και διεθνούς αναγνώρισης.
The book is addressed primarily to the students of the Department of Photography and Audiovisual Arts, of the Technological Educational Institute (TEI) of Athens. It is an introductory guide to the technologies of digital text, digital photographic imaging, digital audio and video, including an introduction to hypertext language HTML.
It focuses on the principles and concepts necessary to understand the structure of the media and is designed as a basis of student introduction on the later use of relevant hardware and software applications for the production of audiovisual content.
Η αυτοβιογραφία έχει το χαρακτηριστικό να αντιστέκεται πιο επίμονα από ό,τι άλλες μορφές δημιουργικού λόγου στην ταξινόμηση και με τον τρόπο αυτό προσφέρεται για να συζητηθούν τα σημεία επαφής μεταξύ της ιστοριογραφικής και τη λογοτεχνικής κατασκευής. Ξεκινώντας από τον εισαγωγικό προβληματισμό της θεωρίας της λογοτεχνίας και της θεωρίας της ιστοριογραφίας για το «τι είναι λογοτεχνία» και «τι είναι ιστορία», στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου εξετάζονται τύποι και μοντέλα κατηγοριοποίησης της αυτοβιογραφίας, από την συμβατική στη νεωτερική, με βάση την υπάρχουσα βιβλιογραφία και με αναφορά σε συγκεκριμένα παραδείγματα. Το δεύτερο κεφάλαιο εστιάζει στα απομνημονεύματα των αγωνιστών του 1821 ως πρακτική γραφής που κινείται μεταξύ λογοτεχνικού και ιστορικού λόγου επιδιώκοντας να κερδίσει τον αναγνώστη. Στο τρίτο κεφάλαιο εξετάζεται η αστική αυτοβιογραφία (π.χ. Βικέλας, Συγγρός) και η σχέση της με τα απομνημονεύματα (π.χ. Μακρυγιάννης, Φωτάκος, Κασομούλης) και το διήγημα στο πλαίσιο της δημιουργίας της δημόσιας σφαίρας ενώ στο τέταρτο κεφάλαιο οι αυτοβιογραφίες του τραπεζίτη Συγγρού και του λογοτέχνη Bικέλα δίνουν την αφορμή να συζητηθεί η η διάκριση μεταξύ μέσα και έξω Eλλήνων και η ρευστότητα της έννοιας της εθνικής ταυτότητας τον 19ο αιώνα. Το πέμπτο και το έκτο κεφάλαιο συζητούν περιπτώσεις περιθωριακών μορφών αυτοβιογραφίας μετά το 1821 και συγκεκριμένα, με άξονα το φύλο, μια σειρά από γυναικείες αυτοβιογραφίες και με άξονα το δίπολο κέντρο - περιφέρεια, μια σειρά αυτοβιογραφικών κειμένων Επτανησίων, πριν και μετά την Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα. Ως προς τη γυναικεία αυτοβιογραφία διερευνώνται μεταξύ άλλων ζητήματα συγκρότησης έμφυλων ταυτοτήτων, αυτοπροσδιορισμού του γυναικείου υποκειμένου και της σχέσης του με τα άλλα υποκείμενα, εισόδου και έκθεσής του στη δημόσια σφαίρα. Ως προς τα περιφερειακά Επτάνησα η συγκρότηση της ιδιαίτερης επτανησιακής ταυτότητας και η σχέση της με την εθνική/ελληνική. Κάθε κεφάλαιο αντιστοιχεί σε δύο ή τρεις διδακτικές εβδομάδες.
Το βιβλίο απευθύνεται σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές που διδάσκονται ή μελετούν θέματα της παλαιότερης νεοελληνικής γραμματείας ή ενδιαφέρονται για μια συγκριτολογική θεώρηση της ελληνικής με τις ευρωπαϊκές γραμματείες.
Προσφέρει μια ιστορικο-γραμματολογική παρουσίαση της νεοελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής, πρωτότυπης και μεταφρασμένης, από την επαύριο της πτώσης του Χάνδακα (1670) ως την ίδρυση του ελληνικού κράτους (1830) μέσα στα ιστορικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα. Ιδιαίτερη έκταση παραχωρείται στο κίνημα του Διαφωτισμού, στους βασικούς εκπροσώπους του (Βολταίρος, Ρουσώ, Μερσιέ κ.ά.) και στην επιρροή τους στη διαμόρφωση της νεοελληνικής λογοτεχνίας και σκέψης (Βούλγαρης, Μοισιόδαξ, Καταρτζής, Κοραής κ.α.). Η γραμματειακή παραγωγή μελετάται σε ιδιαίτερες ενότητες σύμφωνα με την ειδολογική ένταξη του υλικού: ποίηση, πεζογραφία, θέατρο, εφημερίδες και φιλολογικά περιοδικά κτλ. Συνεξετάζονται οι αναδυόμενες αισθητικές και ποιητολογικές θεωρίες και παρουσιάζονται συνοπτικά οι φάσεις του γλωσσικού ζητήματος. Κάθε κεφάλαιο συνοδεύεται από τη σχετική βιβλιογραφία.
Το συμβατικά αναφερόμενο στην παρούσα υποβαλλόμενη πρόταση ως κεφάλαιο 10 (έκτασης 50 περίπου σελίδων) αποτελεί ανθολόγιο λογοτεχνικών και άλλων κειμένων και συνιστά αναπόσπαστο μέρος της γραμματολογικής προσέγγισης. Το κάθε ανθολογούμενο κείμενο (συνήθως απόσπασμα από την πρώτη ή μεταγενέστερη έκδοση) μεταγράφεται σε μονοτονικό σύστημα με σιωπηλή απλοποίηση της ορθογραφίας και συνοδεύεται από γλωσσάρι (σε υποσελίδιες σημειώσεις). Προτάσσεται σύντομο εισαγωγικό σημείωμα για το κάθε κείμενο (και περίληψη της υπόθεσης για τα εκτενέστερα κείμενα). Επιτάσσεται ευρετήριο κυρίων ονομάτων και βασικών εννοιών.
Το βιβλίο απευθύνεται σε προπτυχιακούς φοιτητές που διδάσκονται θέματα του ιδιωτικού και δημόσιου βίου στην αρχαία Ελλάδα καθώς και θέματα αρχαίας εικονογραφίας και ερμηνευτικής. Συνδυάζει την περιγραφή και ανάλυση του αρχαιολογικού υλικού με την παράθεση και τον σχολιασμό αρχαίων γραπτών πηγών (λογοτεχνικών κειμένων και επιγραφών) που αντιστοιχούν στα επιμέρους εξεταζόμενα θέματα.
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο από αρχάριους όσο και προχωρημένους προπτυχιακούς φοιτητές των αρχαιογνωστικών επιστημών (Αρχαιολογίας, Αρχαίας Ιστορίας, Κλασικής Φιλολογίας) αλλά και από εξειδικευμένους επιστήμονες που ασχολούνται με διάφορες πτυχές της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας. Επίσης, μπορεί να βοηθήσει μεταπτυχιακούς φοιτητές των παραπάνω κλάδων που συγγράφουν εργασίες σχετικά με θέματα αγγειογραφίας, μικροτεχνίας, θρησκείας, θεσμών κλπ.
Στο πλαίσιο της προοπτικής διδασκαλίας διατμηματικών μαθημάτων στη Φιλοσοφική Σχολή, που θα επιτρέπει τις ελεύθερες επιλογές μεταξύ διαφορετικών αρχαιογνωστικών αντικειμένων, το προτεινόμενο εγχειρίδιο επιδιώκει να καλύψει το σχετικό κενό με έναν συνδυαστικό και διαδραστικό τρόπο που θα κινεί το ενδιαφέρον φοιτητών με ξεχωριστές κατευθύνσεις.

Στο βιβλίο περιέχονται ειδικές θεωρητικές γνώσεις καθώς και επεξεργασμένο εποπτικό και γραμματειακό υλικό για την κατανόηση και εμβάθυνση σε έννοιες όπως:
- εικονογραφική ανάλυση
- ερμηνευτική προσέγγιση
- σημασιολογικά δεδομένα
- εικονολογία
- χρήση γραμματειακών πηγών

Για την εμπέδωση των παρεχόμενων γνώσεων θα συνταχθούν ασκήσεις διαφόρων τύπων (περιγραφικές, αντιστοίχισης, ακροστιχίδες, αναγνώριση εικόνων)
Ιστορία και Δραματολογία Ευρωπαϊκού Θεάτρου: από την Αναγέννηση ως τον 18ο αιώνα

Το προτεινόμενο σύγγραμμα θα χρησιμοποιηθεί σε προπτυχιακούς φοιτητές που διδάσκονται Ιστορία Ευρωπαϊκού ή/και Παγκόσμιου Θεάτρου στα Τμήματα Θεατρικών Σπουδών αλλά και σε μεταπτυχιακούς φοιτητές που ασχολούνται με τη Θεατρολογία.

Το σύγγραμμα παρουσιάζει την ιστορία του θεάτρου από την Αναγέννηση μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα σε συνδυασμό με τη δραματολογική ανάλυση αντιπροσωπευτικών έργων κορυφαίων δραματουργών της ευρωπαϊκής θεατρικής παράδοσης της εν λόγω περιόδου (Λόπε ντε Βέγκα, Καλντερόν ντέλα Μπάρκα, Κορνέιγ, Ρακίνας, Μολιέρος, Γκολντόνι, Μαριβώ, Μπωμαρσαί, Γκαίτε, Αλφιέρι). Θα σκιαγραφήσει τις ιστορικο-κοινωνικές και ιδεολογικές συνθήκες στις οποίες αναπτύχθηκαν τα θεατρικά είδη (τραγωδία, κωμωδία), τα στοιχεία που απαρτίζουν τη θεατρική παραγωγή (διαμόρφωση σκηνικού χώρου, σκηνογραφία, υποκριτική) καθώς και τα γενικότερα χαρακτηριστικά αλλά και τις υφολογικές ιδιαιτερότητες σημαντικών θεατρικών έργων που υπήρξαν ορόσημα στην εξέλιξη της θεατρικής γραφής στο πέρασμα από την Αναγέννηση στο ισπανικό μπαρόκ και τον γαλλικό κλασικισμό, ως το θέατρο του Διαφωτισμού και το αστικό δράμα του 18ου αιώνα. Κάθε κεφάλαιο, ανάλογα με τη θεματική του, θα πλαισιώνεται: α) από αποσπάσματα θεατρικών έργων στα οποία θα γίνεται δραματολογική ανάλυση με παρουσίαση της πλοκής, της κεντρικής ιδέας και του χαρακτηρισμού των βασικών προσώπων και β) από αποσπάσματα θεωρητικών κειμένων (π.χ. Πρόλογοι έργων, μελέτες, θεωρητικά έργα) με σύντομο σχολιασμό της προβληματικής και ασκήσεις εμβάθυνσης. Τα κεφάλαια θα ολοκληρώνονται από ασκήσεις πολλαπλής επιλογής και ενδεικτικές απαντήσεις για την καλύτερη εμπέδωση του διδακτικού υλικού.
Το βιβλίο αυτό απευθύνεται σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές και αποτελεί μια συνθετική και πολυμεσική πρόταση μελέτης της λυρικής ποίησης του Ορατίου. Η πρότασή μας συνδυάζει τη λεπτομερή εισαγωγή στη ρωμαϊκή λυρική ποίηση με την ενδελεχή εξέταση επιλεγμένων ωδών του Ορατίου.
Η Εισαγωγή παρουσιάζει τη λυρική ποίηση εξελικτικά (αρχαϊκή εποχή, ελληνιστική Αλεξάνδρεια, αυγούστεια Ρώμη). Επίσης παρουσιάζονται αναλυτικά τα ιστορικά, κοινωνικά και ιδεολογικά συμφραζόμενα της αυγούστειας εποχής, καθώς και η ζωή και εργοβιογραφία του Ορατίου.
Το εκπαιδευτικό υλικό οργανώνεται ανά κεφάλαιο θεματικά (ποιητική, έρωτας, πολιτική, φιλοσοφία, ύμνοι, φίλοι, κρασί-άνοιξη-φύση). Κάθε κεφάλαιο περιέχει αντιπροσωπευτικό αριθμό ωδών προκειμένου ο διδάσκων να έχει δυνατότητα επιλογής ανάλογα με το πρόγραμμα διδασκαλίας του. Έμφαση δίνεται σε ζητήματα γλώσσας, ύφους, αφήγησης και πολιτικής ιδεολογίας. Για καθεμιά από τις ωδές προσφέρεται μετάφραση, αναλυτικό λεξιλόγιο, καθώς και γραμματικο-συντακτική εξομάλυνση των δυσνόητων σημείων. Ο αναλυτικός ερμηνευτικός σχολιασμός με πλούσια βιβλιογραφική υποστήριξη ολοκληρώνεται με γλωσσικές ασκήσεις και ερωτήσεις κατανόησης.
Η χρήση πολυμεσικού και διαδραστικού υλικού στο βιβλίο είναι εκτεταμένη. Ο σχολιασμός είναι διάστικτος από υπερσυνδέσμους (links) σε on-line βιβλιογραφικές βάσεις αλλά και σε διαδικτυακές τοποθεσίες που περιέχουν εικόνες, χάρτες, timelines, ηχητικά αποσπάσματα (audio clips) και βίντεο με πλούσιο ενημερωτικό υλικό σχετικά με τα δύο έπη αλλά και τη λογοτεχνία και τον πολιτισμό στην αυγούστεια Ρώμη. Τέλος, χρησιμοποιούνται on-line παρουσιάσεις, κουίζ και εκπαιδευτικά παιχνίδια προς εμπέδωση και κατανόηση γλωσσικών κυρίως φαινομένων.
Αντικείμενο του βιβλίου αποτελούν η θέση των χριστιανών και οι σχέσεις μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία από τις απαρχές μέχρι την κατάλυσή της. Πρόκειται για κεντρικό ζήτημα της ελληνικής νεότερης ιστορίας, καθώς και των άλλων βαλκανικών κρατών και της Τουρκίας, και βασικό αντικείμενο στο πλαίσιο της πανεπιστημιακής διδασκαλίας. Το βιβλίο εξετάζει με σφαιρικό τρόπο τις επιμέρους όψεις του σύνθετου αυτού ζητήματος, υιοθετώντας τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις της κοινωνικής ιστορίας. Στόχος είναι να εκθέσει εποπτικά και με συγκριτικό τρόπο τις ποικίλες διαβαθμίσεις της μακρόχρονης συμβίωσης χριστιανών και μουσουλμάνων στον χώρο και τον χρόνο και να αναδείξει την πολυπλοκότητα της ιστορικής εμπειρίας με εύληπτο και κατανοητό τρόπο. Για τον λόγο αυτό, το βιβλίο και τα μαθησιακά αντικείμενα που το συνοδεύουν αξιοποιούν χαρακτηριστικές αφηγηματικές πηγές, έργα τέχνης, στοιχεία του υλικού πολιτισμού, λόγια και λαϊκή μουσική κλπ. Το βιβλίο αναπτύσσεται θεματικά, εμβαθύνοντας τόσο στην εξέλιξη του θεσμικού πλαισίου όσο και στις κοινωνικές δυναμικές σε τοπικό και υπερτοπικό επίπεδο. Στο επίκεντρο βρίσκονται οι ορθόδοξοι πληθυσμοί των Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας, εξετάζονται όμως και οι εξελίξεις που αφορούν τους αρμένιους και τους άραβες χριστιανούς, καθώς και τους καθολικούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τα ζητήματα που εξετάζονται περιλαμβάνουν τους τρόπους ενσωμάτωσης των χριστιανικών Εκκλησιών και των μοναστικών ιδρυμάτων στο οθωμανικό πλαίσιο, τις θεσμικές όψεις της θέσης των χριστιανών υπηκόων και τις μεταβολές που επέφεραν στη θέση τους οι θεσμικές αναπροσαρμογές και οι ευρύτερες ιστορικές εξελίξεις, τις συνεργατικές και συγκρουσιακές όψεις της συμβίωσης με τους μουσουλμάνους, τον εξισλαμισμό και την αποστασία, τα φαινόμενα συγκρητισμού και υβριδισμού, τον ρόλο του ευρωπαϊκού παράγοντα στη διαμόρφωση των σχέσεων χριστιανών και μουσουλμάνων, καθώς και τα προβλήματα ερμηνείας που θέτουν οι διαφορετικές ιστοριογραφικές προσεγγίσεις.
Το βιβλίο αποτελεί μια εισαγωγή στην Φιλοσοφία του Σπινόζα, ενός καινοτόμου και επίκαιρου ορθολογιστή φιλοσόφου του 17ου αι, και εισάγει τους φοιτητές σε μια εξαιρετικά σημαντική περίοδο του ορθολογισμού της νεώτερης εποχής, στην οποία συντελέστηκαν οι πλέον σημαντικές τομές σε σχέση με την μεσαιωνική παράδοση στα θέματα της σχέσης του ανθρώπου με την γνώση, την συνείδηση, την ανάδυση του σύγχρονου υποκειμένου, την σχέση του με την φύση, την ελευθερία και την ηθική.
Τον 17ο αι. τελούνται συνταρακτικές τομές στην σύλληψη του σύμπαντος, της δράσης και της σχέσης του ανθρώπινου υποκειμένου με αυτό και της συνακόλουθης ηθικής που συνάδει με αυτές τις μεταλλαγές και προοικονομούνται οι σύγχρονες τάσεις, διλήμματα και παράδοξα του 20ου αι. που αφορούν την δυνατότητα της γνώσης και της κηδεμόνευσης της φυσικής πραγματικότητας. Επιπλέον, μετά την συγκλονιστική καρτεσιανή τομή της ανάδυσης του σύγχρονου υποκειμένου και της αντίστοιχης διχοτομησης του από τον αντικειμενικό κόσμο, αναδύονται σοβαρά επιστημολογικά, οντολογικά και μεταφυσικά ερωτήματα σε σχέση με την δυνατότητα και τους τρόπους της γνώσης του αντικειμενικού κόσμου, της θέσης του υποκειμένου στο όλον της φυσικής πραγματικότητας, της νέας σύλληψης της συνείδησης, της σχέσης του ανθρώπου με τον θεό και το σύμπαν και τις συνακόλουθες ηθικές διαστάσεις της εκάστοτε προσέγγισης.
Το βιβλίο πραγματεύεται διεξοδικά και με σαφήνεια τις σημαντικές προσεγγίσεις του Σπινόζα, ο οποίος στα πλαίσια και σε ταυτόχρονη ρήξη με την καρτεσιανή αντίληψη, προτάσσει ένα ριζοσπαστικό και ιδιότυπο οντολογικό, μεταφυσικό, γνωσιοθεωρητικό και ηθικό μοντέλο, αυτό της εμμένειας και του μονισμού, προοικονομώντας σύγχρονες πρωτοπόρες αντιλήψεις του 20ού αι για μια νέα και συμβατή προς τη φύση επιστημολογία και ηθική. Στο βιβλίο καταδεικνύεται ότι στην αυγή της νεώτερης εποχής, παράλληλα με τον κλασσικό καρτεσιανό ορθολογισμό, αναδύεται και μια άλλη μορφή ένυλου Λόγου, η οποία όχι μόνο δεν αποξενώνει το έλλογο υποκείμενο από τη Φύση και το σώμα του, αλλά αντίθετα το εντάσσει στη συμπαντική τάξη, προσδίδοντάς του μια νέα διάσταση στη δυνατότητα της ελευθερίας του.
Το βιβλίο έχει δύο (συμπληρωματικούς) στόχους. Να ασχοληθεί:
α) με θεμελιώδεις περιοχές και έννοιες του συντακτικού τομέα της γλώσσας, όπως αυτές έχουν μελετηθεί από τη σύγχρονη συντακτική θεωρία, και
β) με το πώς αυτές οι περιοχές πραγματώνονται στην μη τυπική γλώσσα, δηλαδή, στις γλωσσικές διαταραχές (=διαταραχές λόγου) που επηρεάζουν την μορφολογία και τη σύνταξη, καθώς και πώς εξελίσσονται στην πορεία κατάκτησης της γλώσσας.
Το βιβλίο θα αναφερθεί επίσης στα ευρήματα της συντακτικής θεωρίας που έχουν χρησιμοποιηθεί στη θεραπεία των γλωσσικών διαταραχών, αναφορά σπάνια τόσο για την Ελληνική όσο για τη διεθνή εκπαιδευτική βιβλιογραφία.

Ο λόγος που προτείνεται αυτό το διδακτικό βοήθημα είναι επειδή τα τελευταία χρόνια έχει διεξαχθεί ένας εξαιρετικά μεγάλος αριθμός μελετών, τόσο στην Ελληνική όσο και διαγλωσσικά, επί της συμπεριφοράς της μη τυπικής γλώσσας ως προς μια σειρά μορφοσυντακτικών φαινομένων και χαρακτηριστικών, αλλά αυτές οι μελέτες δεν υπάρχουν συγκεντρωμένες σε κάποιο βιβλίο στην Ελληνική - ούτε εξάλλου σε άλλες γλώσσες - για διδακτικούς σκοπούς. Ακόμη, σε καμία περίπτωση τα ως άνω ευρήματα δεν είναι συγκεντρωμένα ανά συντακτικό χαρακτηριστικό ή/και ανά γλωσσική διαταραχή.

Για να γίνει κατανοητή η επιστημονική συμβολή και η χρησιμότητα των μελετών στις οποίες αναφερόμαστε πιο πάνω απαιτούνται γνώσεις της σύγχρονης συντακτικής θεωρίας. Όμως, τα (λιγοστά, και όχι ιδιαίτερα πρόσφατα) διδακτικά εγχειρίδια της συντακτικής θεωρίας ασχολούνται με τις σχετικές έννοιες σε λεπτομέρεια που δεν είναι πάντα εύπεπτη ή κατανοητή από φοιτητές που ενδιαφέρονται για γλωσσικές διαταραχές ή για πρώιμη γλώσσα/γλωσσική κατάκτηση. Από την άλλη όχθη, τα (λιγοστά, έως ανύπαρκτα) διδακτικά εγχειρίδια επί της γλωσσική κατάκτησης και των γλωσσικών διαταραχών δεν αναλύουν συνήθως το θεωρητικό υπόβαθρο του συντακτικού τομέα, ίσως επειδή προσπαθούν να καλύψουν όλους τους τομείς της γλώσσας και όχι μόνο τον συντακτικό. Το προτεινόμενο βιβλίο φιλοδοξεί να καλύψει αυτά τα κενά.

Πρόκειται για μια θεματική-ιστορική Εισαγωγή στη Φιλοσοφία των Αξιών. Οι αξίες αποτελούν ένα αινιγματικό αλλά και κρίσιμο φαινόμενο και θέμα. Ήδη από τον 15ο αιώνα στην οικονομική σκέψη του ύστερου μεσαίωνα (ο οποίος απηχούσε σχετικά ψήγματα ιδεών ήδη στην οικο-νομική σκέψη του Αριστοτέλη) αλλά και από τα μέσα του 19ου αιώνα στη φιλοσοφία, οι αξίες θεματοποιήθηκαν ως κεντρικό αξιοδιερεύνητο φαινόμενο. Ειδικά οι νεοκαντιανοί και οι φαινομενολόγοι αλλά και αγγλο-αμερικάνοι φιλόσοφοι που παρέλαβαν τη σκυτάλη αυτής της θεματικής από τους νεοκαντιανούς επεχείρησαν να διαλευκάνουν το φαινόμενο των αξιών. Οι αξίες, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, στη μία ή στην άλλη εκδοχή τους (π.χ., ηθική αξία, καλαισθητική αξία, αξία χρήσης, αξία ανταλλαγής, κ.λπ.) φαίνεται πως συνιστούν απαντήσεις στα πρακτικά ερωτήματα του τύπου «προς τι;» (για να χρησιμοποιήσουμε εδώ πυκνά το στίγμα της προσέγγισης του Νίτσε). Με άλλα λόγια, οι αξίες συνιστούν τα βασικά σχήματα νοηματοδότησης της ανθρώπινης ύπαρξης και προσανατολισμού της πράξης. Συνιστούν, εν ολίγοις, ως αξιακό σύστημα, τον κορμό ή τον σκελετό ενός πολιτισμού. Σε περιόδους κρίσης και επαπειλούμενου μηδενισμού δε, όπως η δική μας, αυτό γίνεται ιδιαιτέρως φανερό. Κάθε πρόβλημα, κοινωνικό, οικονομικό, θεσμικό, αρχίζει να γίνεται κατανοητό ως πρόβλημα που ριζώνει βαθιά στο αξιακό σύστημα του πολιτισμού μας. Η εδώ προτεινόμενη Εισαγωγή θα αναλαμβάνει να φωτίσει --σε αντιπροσωπευτικά και ενδεικτικά κεφάλαια-- τη γενικώς αδιευκρίνιστη και αδιαφανή καταγωγή αυτής της θεματικής από την αρχαία ελληνική σκέψη (Πλάτωνα και Αριστοτέλη με ένα πέρασμα από τους Στωικούς), τη νεότερη εμφάνισή της (Χιούμ, Καντ, και Λότσε), και τη σύγχρονη κορύφωση και αδιέξοδό της (Μπρεντάνο, Νίτσε, και Σέλερ). Προφανώς, μια σειρά φιλοσόφων και σχολών, π.χ., νεο-καντιανοί, Λογικός Εμπειρισμός, Πραγματισμός, κ.λπ. έχουν μια προσέγγιση στο ζήτημα των αξιών. Στην εδώ προτεινόμενη Εισαγωγή, ωστόσο, επιχειρούμε μια επισκόπηση των πλέον βασικών σταθμών.

Οι θεωρήσεις και οι διαμορφώσεις του τοπίου αποτελούν κεντρικό στοιχείο συγκρότησης του νεότερου Δυτικού πολιτισμού, συσχετισμένο με σημναντικότατα χαρακτηριστικά της πολιτισμικής-πολιτιστικής και της πολιτικής ταυτότητας των κοινωνιών. Ο σχεδιασμός και η αρχιτεκτονική του τοπίου αποτελούν αυτόνομη περιοχή των τεχνών, ενώ επιπλέον η αναφορά στο τοπίο διεισδύει στο σύνολο ίσως των καλλιτεχνικών πεδίων, στην περιοχή της ζωγραφικής τοπιογραφίας ιδιαίτερα, δηλώνοντας όχι μόνο αισθητικές προθέσεις αλλά επιπλέον τους όρους συσχέτισης με το ‘φυσικό’ συμπλήρωμα του πολιτισμού. Οδηγούμαστε έτσι στη συνολική εκδοχή του «πολιτισμικού τοπίου» η οποία υποδεικνύει βέβαια την άμεση ανάγκη αναφοράς στα ήθη αντίληψης, ερμηνείας και διαμόρφωσης που οι κοινωνίες συγκρότησαν, σε σχέση με τα τοπία ζωής τους. Σε σχέση με τα τοπιακά αυτά ήθη τα οποία θέτουν θέματα τόσο πρακτικής διαχείρισης όσο και αισθητικής αγωγής, θέματα τόσο περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης όσο και αντίληψης της πολιτισμικής κληρονομιάς, είμαστε υποχρεωμένοι να επισημάνουμε τη σχετική υστέρηση της Ελληνικής κοινωνίας και να ζητήσουμε την ανάπτυξη της ελλείπουσας παιδείας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπως και τη διάχυσή της στις προηγούμενες εκπαιδευτικές βαθμίδες. Αλλά οφείλουμε να επιμείνουμε επίσης, στην χώρα μας, στην παιδαγωγική επισήμανση της κεντρικής πολιτιστικής και πολιτικής σημασίας την οποία διαθέτει, στο πλαίσιο του νεότερου Δυτικού πολιτισμού, η αναφορά στο Ελληνικό τοπίο. Το προτεινόμενο σύγγραμμα περιγράφει την ανάδυση των νεότερων θεωρήσεων του τοπίου από την Ιταλική Αναγέννηση έως τον 19ο αιώνα, επιμένοντας κύρια στις θεματικές της αρχιτεκτονικής τοπίου και της ζωγραφικής τοπιογραφίας, σε συσχέτιση εντούτοις με τα ευρύτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά κάθε περιόδου. Ειδικότερα επιμένει στην κεντρική θέση που διαθέτει για τις Δυτικές κοινωνίες, σε όλο το εύρος της προηγούμενης περιόδου, η αναφορά στο Ελληνικό τοπίο, αρχαίο ή νεότερο.
Το βιβλίο αυτό απευθύνεται σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές και αποτελεί μια συνθετική και πολυμεσική πρόταση μελέτης του ρωμαϊκού έπους. Η πρότασή μας συνδυάζει τη λεπτομερή εισαγωγή στο έπος με τη λεπτομερή εξέταση αποσπασμάτων από τα δύο σημαντικότερα ρωμαϊκά έπη: την Αινειάδα του Βεργιλίου και τις Μεταμορφώσεις του Οβιδίου.

Η Εισαγωγή Ι παρουσιάζει το έπος εξελικτικά (αρχαϊκή εποχή, ελληνιστική Αλεξάνδρεια, αυγούστεια και αυτοκρατορική Ρώμη). Επίσης παρουσιάζονται αναλυτικά τα ιστορικά, κοινωνικά και ιδεολογικά συμφραζόμενα της αυγούστειας εποχής, καθώς και η ζωή και εργοβιογραφία του Βεργιλίου. Στην Εισαγωγή ΙΙ παρουσιάζεται η ζωή και εργογραφία του Οβιδίου. Αναλυτική αναφορά γίνεται και σε βασικά θέματα που αφορούν τις Μεταμορφώσεις, όπως: α) λογοτεχνικό γένος, πηγές, διακειμενικότητα, β) λογοτεχνοποίηση του μύθου, μυθ(oλογ)ική αφήγηση, γ) τύποι και λειτουργία μεταμορφώσεων, δ) δομή, περιεχόμενο και αφηγηματική τεχνική.

Το προς εξέταση υλικό οργανώνεται ανά κεφάλαιο θεματικά. Κάθε κεφάλαιο περιέχει αντιπροσωπευτικό αριθμό στίχων (Αινειάδα) ή/και ιστοριών (Μεταμορφώσεις) προκειμένου ο διδάσκων να έχει δυνατότητα επιλογής. Έμφαση δίνεται σε ζητήματα γλώσσας, ύφους και αφήγησης. Επίσης προσφέρεται μετάφραση, αναλυτικό λεξιλόγιο και γραμματικο-συντακτική εξομάλυνση των δυσνόητων σημείων. Ο αναλυτικός ερμηνευτικός σχολιασμός με πλούσια βιβλιογραφική υποστήριξη ολοκληρώνεται με γλωσσικές ασκήσεις και ερωτήσεις κατανόησης.

Η χρήση πολυμεσικού και διαδραστικού υλικού στο βιβλίο είναι εκτεταμένη. Ο σχολιασμός είναι διάστικτος από υπερσυνδέσμους (links) σε on-line βιβλιογραφικές βάσεις αλλά και σε διαδικτυακές τοποθεσίες που περιέχουν εικόνες, χάρτες, timelines, ηχητικά αποσπάσματα (audio clips) και βίντεο με πλούσιο ενημερωτικό υλικό σχετικά με τα δύο έπη αλλά και τη λογοτεχνία και τον πολιτισμό στην αυγούστεια Ρώμη. Τέλος, χρησιμοποιούνται on-line παρουσιάσεις, κουίζ και εκπαιδευτικά παιχνίδια προς εμπέδωση και κατανόηση γλωσσικών κυρίως φαινομένων.
The subject of the book is the history of women’s education and the contribution of women in the formation of the education system and the cultural, social and ideological transformations within the society. Geographically the book refers to the Greek state and the orthodox communities of the Ottoman Empire for the time period from the 18th to the 20th century. The book consists of two parts: in the first part the construction of the education system for girls/women (pre-school education up to the tertiary education) is presented with the changing historical conditions (political, economical, social, ideological) taken strongly into consideration, while in the second part the educational, social and cultural activity of the literate women and the feminist movements in the Greek-speaking areas are presented and discussed. The aim of the book is to present a holistic history of women’s education, underline women’s contribution and the gendered character of the educational and social processes and changes. More precisely the structure of the book and the particular topics analyzed are:
Part I: Ideological conflicts and institutional gains: the construction of girls’ education system
- Discourses on “women” (women’s “nature”, social roles, education, rights, work) - the contradictions
- The emergence, formation and development of the education system (preschool to tertiary education)
- New Education – new approaches to education
- Education –work – scholarship
- Women’s movements –collective activity – feminist movements
Part II: Women’s literacy and public space: individual and collective interventions
- The conflicts between private life and work
- Individual and collective activity (charity, social activity feminist activity,unionism)
- Women’s press and writing
- Educational activity
The book addresses undergraduate, postgraduate students, researchers and scholars of the relevant academic fields.
This book explores general translation in 8 chapters, focusing on the language pair Greek/German. Theoretically and methodologically, the book aligns itself with the functional translational approach of the Skopos Theory that is predominantly grounded in pragmatics and in the awareness of the cultural specificity of the verbal/non-verbal act of communication.

The book intends, first of all, to offer to the translation trainee, the future professional translator, a stable theoretical basis in translation studies, as well as in the particular domain of general translation (chapters 1, 2, 3). A further aim of this book is to make clear, in a contrastive manner, the structural differences between the Greek and the German language, as well as to point out some main particularities relating to this issue (chapter 4), in hope of contributing to the optimization of quality and velocity of the translational out-put in this particular language pair. The theoretical part of the book is followed by a practical one where the students have the opportunity to apply the theoretical knowledge of the first four chapters. Moreover, this practical part of the book enables the students to exercise on specific text types that, additionally, are frequently translated in professional real-life. Thus, the text types under examination are cooking recipes, commercials and travel guides and brochures. In this context, every chapter offers 8 translation exercises (4 for each directionality), and, altogether, these practical chapters offer 24 translation exercises (12 for each directionality) (chapters 5,6,7). The difference between (Nord’s) “documentary translation” and “instrumental translation”, as well as the one between “functional translation” and “non-functional translation” is illustrated on the basis of the translation of the introduction of an old Greek cookery book into German (chapter 8). Every chapter of the book and some of its subchapters are followed by a number of questions that aim at fostering comprehension and the critical competence of the student, as well as by a selection of bibliography. The main part of the book is completed with the Conclusions. The book ends with an appendix that includes answers for the questions following every chapter, a suggested solution for one translation exercise (chapter 8), as well as three bilingual and bidirectional term bases (1. cooking recipes, 2. commercials, 3. travel guides and brochures), the complete bibliography and a very detailed index of names and topics. Last but not least, the book makes use of electronic interactive means in order to accelerate and enhance the learning process.
Το προτεινόμενο σύγγραμα αποτελεί μια εισαγωγή στο διοικητικό δίκαιο, στη διοικητική οργάνωση του κράτους και στις θεμελιώδεις αρχές της διοικητικής διαδικασίας.

Στο πλαίσιο αυτό, το προτεινόμενο σύγγραμα αναφέρεται κυρίως σε: α. ζητήματα που αφορούν το διοικητικό δίκαιο και την επιστήμη του διοικητικού δικαίου, β. τη διοικητική οργάνωση του κράτους και τα όργανα της εκτελεστικής λειτουργίας (Κυβέρνηση, Πρόεδρος της Δημοκρατίας), την έννοια της δημόσιας διοίκησης, τα συστήματα διοικητικής οργάνωσης του κράτους (αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση), τη θεσμική λειτουργία των Ανεξάρτητων Αρχών, γ. στις έννοιες του διοικητικού οργάνου, της διοικητικής αρμοδιότητας, των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των δημοσίων υπαλλήλων, στην αστική ευθύνη του κράτους από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του, δ. στις θεμελιώδεις αρχές τις διοικητικής διαδικασίας και στα δικαιώματα των διοικουμένων (αρχή της ισότητας, αρχή της νομιμότητας, αρχή της αναλογικότητας, αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, αρχή της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, αιτιολογία των διοικητικών πράξεων και δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης του διοικούμενου), ε. στα είδη και στις διακρίσεις των διοικητικών πράξεων (προεδρικά διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις, άλλες κανονιστικές πράξεις της διοίκησης, κυβερνητικές πράξεις, ατομικές διοικητικές πράξεις) καθώς και το καθεστώς ανάκλησης των ατομικών διοικητικών πράξεων, στ. ζητήματα που αφορούν τις διοικητικές συμβάσεις, ζ. ζητήματα που αφορούν τη δικαστική προστασία των διοικουμένων ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και η. το φαινόμενο του εξευρωπαϊσμού του διοικητικού δικαίου.

Το εγχειρίδιο “Lingua Latina. Θέματα λατινικής γλώσσας και ρωμαϊκού πολιτισμού. Ανθολόγιο κειμένων για την ύστερη respublica” πρόκειται να λειτουργήσει ως το βασικό ακαδημαϊκό σύγγραμμα για μαθήματα του Τμήματος Φιλολογίας του Α.Π.Θ. με αντικείμενο τη διδασκαλία της λατινικής γλώσσας, πιθανώς και για αντίστοιχα μαθήματα άλλων Τμημάτων ανά τη χώρα. Με βάση ένα ανθολόγιο αυθεντικών κειμένων κυρίως της κλασικής λατινικής γραμματείας θα αναπτύσσονται θέματα γραμματικής, σύνταξης και μετάφρασης των λατινικών τα οποία από την πολυετή πείρα μας θεωρούμε σημαντικά για την κατανόηση της δομής της λατινικής γλώσσας και των ιδιαιτεροτήτων της. Ξεχωριστή έμφαση θα δοθεί σε πτυχές αυτών των θεμάτων που αναπτύσσονται ανεπαρκώς (ή και καθόλου) στα διαδεδομένα στη χώρα μας έγκυρα εγχειρίδια της γραμματικής και της σύνταξης των λατινικών. Η διδασκαλία θα βασίζεται κατ’ αρχάς σε μία σειρά από κείμενα που όλα τους αφορούν την ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο του τέλους της ρωμαϊκής respublica (τελευταίος προχριστιανικός αιώνας έως το 31 π.Χ.). Το εγχειρίδιο θα συμβάλλει έτσι και στην ελλιπή ρωμαιογνωσία των φοιτητών/ητριών με κρίσιμες πληροφορίες ιστορίας και πολιτισμού. Πριν από κάθε κείμενο θα προτάσσεται ένα σύντομο εισαγωγικό σημείωμα που θα παρέχει τις απαραίτητες ιστορικές και γραμματολογικές πληροφορίες για την κατανόηση του κειμένου και των συμφραζομένων του. Κάθε κείμενο θα συνοδεύουν λεξιλογικές και πραγματολογικές παρατηρήσεις, μετάφραση και υπομνηματισμός της μετάφρασης, ασκήσεις γραμματικής, θεωρία συντακτικού, ασκήσεις αντιστρόφου θέματος (μετάφρασης από τα ελληνικά στα λατινικά) και κείμενο για περαιτέρω εξάσκηση. Το εγχειρίδιο θα περιλαμβάνει επίσης μια εισαγωγή και γενική βιβλιογραφία, ενώ θα εμπλουτίζεται με εικόνες (εικαστικές αναπαραστάσεις, χάρτες), πίνακες (χρονολογικούς κ.ά.) και αρχεία ήχου. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του υλικού θα αξιοποιείται διαδραστικά, ώστε η εκάστοτε πληροφορία να είναι άμεσα διαθέσιμη στο σημείο όπου τη χρειάζεται ο αναγνώστης/χρήστης.

Το βιβλίο αυτό απευθύνεται σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές και αποτελεί μια πολύπλευρη πρόταση μελέτης της ρωμαϊκής ερωτικής ελεγείας, η οποία συνδυάζει τη λεπτομερή εισαγωγή με την εξέταση των κυριότερων χαρακτηριστικών του είδους.

Η εισαγωγή διαγράφει τις ιστορικο-κοινωνικές και πνευματικές συνθήκες μέσα στις οποίες γεννήθηκε η ρωμαϊκή ελεγεία και παρουσιάζει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του είδους σε σύγκριση με την ελληνική (αρχαϊκή και ελληνιστική) ελεγεία. Στον κανόνα των ανδρών ελεγειακών ποιητών προστίθεται και η Σουλπικία, η μόνη ελεγειακή ποιήτρια της Ρώμης, το ελεγειακό έργο της οποίας σώζεται.

Το προς εξέταση υλικό οργανώνεται θεματικά ανά κεφάλαια με κριτήριο βασικά χαρακτηριστικά του είδους. Κάθε κεφάλαιο περιλαμβάνει μικρό ανθολόγιο ελεγειών, οι οποίες προέρχονται από το έργο και των τριών ελεγειακών. Έτσι επιτυγχάνεται η παρουσίαση της διαχρονικής εξέλιξης του είδους αλλά και η μελέτη των διακειμενικών ανταλλαγών μεταξύ των ποιητών. Επιπλέον ο διδάσκων έχει τη δυνατότητα να επιλέξει τα κείμενα που εξυπηρετούν καλύτερα το πρόγραμμα της διδασκαλίας του. Έμφαση δίνεται σε ζητήματα γλώσσας, ύφους και αναπαράστασης της ερωτικής επιθυμίας. Για καθεμιά από τις ελεγείες προσφέρεται μετάφραση, αναλυτικό λεξιλόγιο, καθώς και γραμματικο-συντακτική εξομάλυνση των δυσνόητων σημείων. Ο αναλυτικός ερμηνευτικός σχολιασμός με πλούσια βιβλιογραφική υποστήριξη ολοκληρώνεται με γλωσσικές ασκήσεις και ερωτήσεις κατανόησης.

Η χρήση πολυμεσικού και διαδραστικού υλικού στο βιβλίο είναι εκτεταμένη. Ο ερμηνευτικός σχολιασμός είναι διάστικτος από υπερσυνδέσμους (links) σε on-line βιβλιογραφικές βάσεις αλλά και σε διαδικτυακές τοποθεσίες που περιέχουν εικόνες, χάρτες, timelines, ηχητικά αποσπάσματα (audio clips) και βίντεο με πλούσιο ενημερωτικό υλικό σχετικά με την ιστορία, τον πολιτισμό και τον καθημερινό βίο στη Ρώμη. Τέλος, επιστρατεύονται on-line παρουσιάσεις, κουίζ και εκπαιδευτικά παιχνίδια προς εμπέδωση και κατανόηση γλωσσικών κυρίως φαινομένων.
Το προτεινόμενο βιβλίο περιγράφει το τις βασικές αρχές, μεθόδους και εργαλεία της Υπολογιστικής Γλωσσολογίας (ΥΓ). Ο χαρακτήρας του βιβλίου είναι διεπιστημονικός και εμπίπτει στα ενδιαφέροντα των (προ- και μεταπτυχιακών) φοιτητών τόσο της κατεύθυνσης γλωσσολογίας τμημάτων φιλολογίας της χώρας, όσο και των τμημάτων πληροφορικής και/ή πολυτεχνικών τμημάτων. Με αφετηρία το χαρακτήρα του βιβλίου, η θεματολογία του κινείται σε δύο άξονες. Ο πρώτος άξονας στοχεύει στην εξοικείωση κι εμπέδωση θεωρητικών εννοιών και αρχών της γλωσσολογίας στα διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης. Ο δεύτερος άξονας σχετίζεται με την σύνδεση των πορισμάτων της θεωρητικής γλωσσολογίας με τις πρακτικές εφαρμογές της ΓΤ. Οι δύο αυτοί άξονες διαπλέκονται σε όλη την έκταση του βιβλίου. Το πρώτο κεφάλαιο αποτελεί μια επισκόπηση του αντικειμένου της ΥΓ και τη σύνδεσή της τόσο με τη θεωρητική γλωσσολογία όσο και με την επιστήμη υπολογιστών και των εφαρμογών ΓΤ θέτοντας την κοινή βάση ενδιαφέροντος για τα δύο είδη διαφορετικών αναγνωστών, φιλολόγων-γλωσσολόγων και πληροφορικών. Το δεύτερο κεφάλαιο αφιερώνεται στις έννοιες διακριτών μαθηματικών, η κατανόηση των οποίων είναι απαραίτητη σε όλα τα υποαντικείμενα της ΥΓ και αποτελεί τον πυρήνα της διεπιστημονικότητας της ΥΓ. Τα κεφάλαια 3-6 παρουσιάζουν τη θεωρία και τις εφαρμογές της ΥΓ στο λεξικό, συντακτικό και κειμενικό επίπεδο ανάλυσης με τη χρήση παραδειγμάτων από τα υπάρχοντα εργαλεία για τα Ελληνικά. Το τελευταίο κεφάλαιο αφιερώνεται στις κατευθύνσεις και προκλήσεις της ΥΓ τα επόμενα χρόνια.
Το σύγγραμμα στοχεύει στην παρουσίαση των βασικών θεμάτων, τεχνοτροπικών αναζητήσεων και πνευματικών τάσεων που αποτυπώνονται στην πεζογραφική παραγωγή της λεγόμενης «μακράς» δεκαετίας του 1960. Μετά το μούδιασμα, κοινωνικό και λογοτεχνικό, των πρώτων χρόνων μετά τον Εμφύλιο, από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 αρχίζει να εκδηλώνεται μια τάση κοινωνικής και πολιτικής φιλελευθεροποίησης που συνοδεύεται από την άνθιση της λογοτεχνικής παραγωγής. Αυτή τεκμηριώνεται και από την έκδοση σημαντικών περιοδικών όπως η Κριτική, το Πάλι, οι Εποχές και εξακολουθεί, εφευρετική, με εκδόσεις όπως τα Δεκαοχτώ κείμενα και τα Νέα Κείμενα 1 και 2 και στα χρόνια της δικτατορίας. Τα χρονικά όρια 1958-1974, αν και συμβατικά, ορίζουν ένα αίτημα ελευθερίας και ανανέωσης που ξεκινά από την άνοδο της αριστεράς (ΕΔΑ) στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης το 1958 και φτάνει μέχρι την ευόδωσή του κατά την πτώση της χούντας το 1974 (βλ. Κ. Τσουκαλάς, «Σύντομη ή μακρά;», Το Βήμα 7 /4/ 14).

Θα χαρτογραφήσουμε την περίοδο τόσο από την άποψη των θεμάτων που κυριαρχούν στην πεζογραφία (ο άνθρωπος απέναντι στην ιστορία, μια νέα προτεραιότητα του ατομικού έναντι του συλλογικού, ανάδυση νέων ταυτοτήτων, έμφαση στο καθημερινό και το περιθωριακό, κριτική των θεσμών, του μηχανικού πολιτισμού, του καταναλωτισμού και του μικροαστισμού), όσο και από την άποψη των τεχνοτροπικών τάσεων και των ειδών (μοντερνισμός, εξπρεσιονισμός, παράλογο, αλληγορία, νέος ρεαλισμός). Χωρίζοντας τη μελέτη σε δύο μέρη, θα παρακολουθήσουμε πώς αναπτύσσονται οι τάσεις αυτές σε συνθήκες δημοκρατίας αλλά και πώς τροποποιούνται κάτω από το δικτατορικό καθεστώς, εστιάζοντας σε επιλεγμένα έργα. Συγγραφείς που θα συζητηθούν, μεταξύ άλλων: Αλεξάνδρου, Βαλτινός, Βασιλικός, Γκρίτση-Μιλλιέξ, Γονατάς, Ιωάννου, Καχτίτσης, Κοτζιάς, Κουμανταρέας, Μπακόλας, Πλασκοβίτης, Ρένος, Σαμαράκης, Ταχτσής, Τσίρκας, Φραγκιάς, Χάκκας, Χατζής, Χειμωνάς.
Το προτεινόμενο βιβλίο έχει ως θέμα του το Λατινικό Επίγραμμα από την αρχή της ιστορίας του μέχρι το τέλος της αρχαιότητας, δηλ. από τον 3ο αι. π.Χ. μέχρι και τον 6ο μ.Χ. Βασίζεται στην ανθολόγηση κειμένων των μεγαλύτερων και αντιπροσωπευτικότερων ποιητών του είδους. Από αυτήν την άποψη, ως σύνολο που αποδίδει την ιστορία του λατινικού επιγράμματος, είναι μοναδικό στο είδος του παγκοσμίως. Τα λατινικά κείμενα μεταφράζονται και υπομνηματίζονται.
Το βιβλίο απευθύνεται σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές, σε συναδέλφους καθηγητές ΑΕΙ και της Μέσης Εκπαίδευσης, καθώς και στον κάθε εραστή της ποίησης.
Το προτεινόμενο διδακτικό εγχειρίδιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κύριο ή / και ως επικουρικό σύγγραμμα από προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές ανθρωπιστικών επιστημών που διδάσκονται ξένη ή ελληνική λογοτεχνία, συγκριτική φιλολογία και θεατρολογία. Έχει ως αντικείμενο την κριτική παρουσίαση των γενών και των ειδών που εμφανίστηκαν, καθιερώθηκαν και κωδικοποιήθηκαν στην ιστορία της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας αλλά και της θεωρίας περί αυτών μέσω της κριτικής επισκόπησης σημαντικών ποιητικών που έδρασαν ανά τους αιώνες και διαμόρφωσαν την αισθητική, την πρόσληψη και την παραγωγή της λογοτεχνίας.

Εκκινώντας από την αποδοχή ότι «το γένος είναι η δομή της οποίας παραλλαγές είναι τα έργα» θα προσεγγίσουμε τις κατηγορίες και υποκατηγορίες της λογοτεχνικής παραγωγής με δύο τρόπους: α) από ιστορικής άποψης, ακολουθώντας εκ του σύνεγγυς την εμφάνιση, επιβίωση ή εξαφάνισή τους στις διάφορες εποχές δημιουργίας τους (άξονας διαχρονίας) και β) από θεωρητικής άποψης διερευνώντας και παρουσιάζοντας τα χαρακτηριστικά εκείνα γνωρίσματα που μας επιτρέπουν την κατηγοριοποίηση των έργων σε συγκεκριμένα γένη και είδη (άξονας συγχρονίας). Για παράδειγμα, θα παρουσιάσουμε τόσο τα δομικά στοιχεία που διέπουν το είδος του μυθιστορήματος όσο και τις μεταβολές του ανά τους αιώνες.

Θα συνδέσουμε τη θεωρία με την πράξη μέσω παραδειγμάτων και πρακτικών εφαρμογών και γι’ αυτό τα κεφάλαια θα αποτελούνται από δύο μέρη: α) το πρώτο και μεγαλύτερο θα αναλύει τη σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή παρουσιάζοντας τα κυρίαρχα ή νεόκοπα είδη, ενώ παράλληλα θα εξετάζει τις «δράσεις» ή «αντιδράσεις» της θεωρίας και β) το δεύτερο μέρος θα απαρτίζεται από μικρά αποσπάσματα θεωρητικών κειμένων και σύντομο σχολιασμό τους (με στόχο την εξοικείωση των φοιτητών στην κριτική σκέψη) και από σύντομα αποσπάσματα κειμένων της νεοελληνικής και ευρωπαϊκής λογοτεχνίας άμεσα συνυφασμένων με τα γένη/είδη που έχουν σκιαγραφηθεί στο αντίστοιχο κεφάλαιο.
Το βιβλίο αποτελεί μια βασική εισαγωγή στις θεωρητικές και πρακτικές πτυχές της γλωσσολογίας σωμάτων κειμένων. Τα σώματα κειμένων (corpora) είναι συλλογές μεγάλου αριθμού κειμένων, αποθηκευμένων σε ηλεκτρονική μορφή και επεξεργάσιμων με υπολογιστικά εργαλεία. Η εκτεταμένη χρήση τους κατά τις τελευταίες δεκαετίες για την ανάλυση ποικίλων γλωσσικών φαινομένων έχει καθιερώσει τη γλωσσολογία σωμάτων κειμένων (corpus linguistics) σε μια από τις βασικές μεθόδους και θεωρητικές οπτικές της γλωσσολογίας. Βασικός στόχος του βιβλίου είναι η εξοικείωση με τα είδη σωμάτων κειμένων, το σχεδιασμό και τη δημιουργία τους, καθώς και τα μεθοδολογικά εργαλεία ανάλυσής τους. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ανάλυση λεξικών, γραμματικών και κειμενικών πτυχών της Ελληνικής και άλλων γλωσσών με τη βοήθεια σωμάτων κειμένων, ενώ παρουσιάζεται και η συμβολή τους στην ανάλυση της γλωσσικής ποικιλότητας και σε διάφορα πεδία της εφαρμοσμένης γλωσσολογίας. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του βιβλίου αποτελεί η διαδραστική σύνδεση του περιεχομένου με ιστότοπους σωμάτων κειμένων (π.χ. Σώμα Ελληνικών Κειμένων) και συναφών εφαρμογών με στόχο την εμπέδωση των σχετικών εννοιών και την εξάσκηση στις πρακτικές πτυχές της γλωσσολογίας σωμάτων κειμένων. Το βιβλίο θα περιλαμβάνει, τέλος, γλωσσάρι με τους βασικούς όρους της γλωσσολογίας σωμάτων κειμένων.
Το εγχειρίδιο αποτελείται από δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος παρουσιάζονται βασικά στοιχεία της μεθοδολογίας των κοινωνικών επιστημών και στο δεύτερο μέρος βασικά στοιχεία της μεθοδολογίας της οικονομικής επιστήμης. Μετά από μία εισαγωγική παρουσίαση όπου περιγράφεται ο σκοπός και η χρησιμότητα του εγχειριδίου, το πρώτο κεφάλαιο ασχολείται με τη φύση και την λειτουργία της επιστήμης. Στο κεφάλαιο αυτό αναλύονται τα κύρια χαρακτηριστικά, έννοιες και τα εργαλεία της επιστήμης. Τέλος, γίνεται μία σύντομη ιστορική αναφορά στην Αρχαία, Μεσαιωνική και Σύγχρονη επιστήμη. Το επόμενο κεφάλαιο παρουσιάζει την εξέλιξη της μεθοδολογίας των κοινωνικών επιστημών, αρχίζοντας από τα κύρια μεθοδολογικά ρεύματα του 17ου αιώνα μέχρι τις κυρίαρχες τάσεις των αρχών του 2ου αιώνα. Το τρίτο κεφάλαιο εστιάζει στην επίδραση του θετικισμού και του λογικού θετικισμού στις κοινωνικές επιστήμες. Το τέταρτο κεφάλαιο περιγράφει τα κύρια μεθοδολογικά ρεύματα στις κοινωνικές επιστήμες όπως: αναγωγισμός, διαλεκτική μέθοδος, λειτουργισμός κ.α. Τα επόμενα δύο κεφάλαια παρουσιάζουν το πρόβλημα της αξιολογικής ουδετερότητας στις κοινωνικές επιστήμες, καθώς και τις σύγχρονες προσεγγίσεις των Popper, Kuhn, Lakatos και Fyerabend. Το δεύτερο μέρος αρχίζει με το κεφάλαιο επτά, όπου περιγράφεται η μεθοδολογική εξέλιξη της οικονομικής από τη σχολή κλασικής πολιτικής οικονομίας μέχρι το νεοκλασικό υπόδειγμα του Homo Economicus. Στο επόμενο κεφάλαιο αναλύονται τα κύρια ρεύματα οικονομικής μεθοδολογίας όπως ο Οπερασιοναλισμός του P. Samuelson, η προσέγγιση του Μ. Friedman και ο οικονομικός μεθοδολογικός ιμπεριαλισμός. Στο κεφάλαιο εννέα περιγράφονται ετερόδοξες προσεγγίσεις στην οικονομική μεθοδολογία όπως η νέο-θεσμική σχολή, και οι απόψεις των McCloskey και Lawson. Το κεφάλαιο δέκα εστιάζει στις σύγχρονες τάσεις της οικονομικής μεθοδολογίας όπως η επιστημολογία του Popper, το Κουνιανό παράδειγμα και η προσέγγιση του Laudan. Εν κατακλείδι, γίνεται σύνοψη και επισκόπηση των κεντρικών εννοιών του εγχειριδίου.
Το σύγγραμμα αποτελεί εκτεταμένη και επικαιροποιημένη εισαγωγή στην κοινωνική, οικονομική και πολιτισμική ιστορία της Βενετίας και της Βενετικής Αυτοκρατορίας. Χρονικά καλύπτει την περίοδο από τον 11ο αιώνα, όταν τίθενται τα θεμέλια της εμπορικής και ναυτιλιακής ανάπτυξης και αποικιακής επέκτασης της Βενετίας, έως τον 18ο αιώνα, όταν το βενετικό κράτος καταλύεται από τα ναπολεόντεια στρατεύματα. Το σύγγραμμα καλύπτει ένα ευρύ γεωγραφικό φάσμα, καθώς επικεντρώνεται αφενός στη Βενετία, διερευνώντας την πορεία ενός μεσαιωνικού αστικού κέντρου που σταδιακά εξελίχθηκε σε ναυτική αυτοκρατορική υπερδύναμη, και αφετέρου στη συγκρότηση της Βενετικής Αυτοκρατορίας στην ιταλική ενδοχώρα, τη Δαλματία και την Ανατολική Μεσόγειο. Στόχος του συγγράμματος είναι η γνωριμία των φοιτητών/τριών με την ιστορία του Βενετικού Κράτους και η εξοικείωση τους με τις βασικές θεματικές και τα θεμελιώδη ερμηνευτικά εργαλεία που έχουν ανανεώσει την ευρωπαϊκή ιστοριογραφία τις τελευταίες δεκαετίες κατά τις οποίες η ιστορία της Βενετίας βρέθηκε στην αιχμή του ερευνητικού ενδιαφέροντος. Το σύγγραμμα αναλύει τις οικονομικές και κοινωνικές δομές και διαδικασίες που κατέστησαν τη Βενετία εμπορική υπερδύναμη ενώ ταυτόχρονα στρέφεται σε ζητήματα της καθημερινότητας, υιοθετώντας οπτικές που αντλούν από την πολιτισμική ιστορία, την ιστορία του φύλου και τη θεωρία της συγκρότησης των ταυτοτήτων. Με αφετηρία το βενετικό παράδειγμα ανιχνεύονται σημεία σύγκλισης και απόκλισης μεταξύ μητρόπολης και κτήσεων ως προς ποικίλες πτυχές της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτισμικής ζωής. Το τελευταίο κεφάλαιο φιλοδοξεί να αποτελέσει γέφυρα μεταξύ του παρελθόντος και της σύγχρονης πολιτισμικής παραγωγής, μελετώντας τις αφηγήσεις και αναπαραστάσεις του βενετικού παρελθόντος στον κινηματογράφο.
Τα σύγγραμμα θα καλύπτει πλήρως μαθήματα σχετικά με την ιστορία του Βενετικού Κράτους ενώ θα μπορούσε επίσης να αξιοποιηθεί σε μαθήματα ευρωπαϊκής, μεσαιωνικής και νεότερης ιστορίας και ιστορίας του νέου ελληνισμού
Πρόκειται για ένα βιβλίο που εισάγει βασικές έννοιες νευροφυσιολογίας και νευροψυχολογίας και τις συνδέει με τη μουσική, τη μουσική αντίληψη, τη μουσική εκπαίδευση και τη συνολικότερη ανάπτυξη του ανθρώπου από την εμβρυακή ηλικία. Είναι αναλυτικό σε ορισμένα κεφάλαια, απαραίτητα για την κατανόηση της σύνδεσης της μουσικής εξέλιξης και εκπαίδευσης με την εξέλιξη του ανθρώπου και τη φυσιολογία του, χωρίς όμως να επιχειρεί να γίνει εγχειρίδιο βιολογίας ή φυσιολογίας. Εν κατακλείδει, επιχειρέιται μία ανάμιξη και σύμπλευση όλων των προυπαρχόντων θεματολογικών ενοτήτων του βιβλίου.

Οι μεταναστευτικές κινήσεις στο εσωτερικό των χωρών υποδοχής προκαλούν σε πολλούς πολίτες αβεβαιότητα και αγανάκτηση. Αφήνουν να εμφανισθούν αισθήματα απειλής και συγκεχυμένου φόβου. Πολλοί από τους ντόπιους αντιλαμβάνονται τις δημογραφικές αλλαγές ως απειλή και αντιδρούν με εχθρότητα, μίσος, φόβο και βία κατά του «ξένου». Περιπτώσεις μορφών βίας είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου ενός καθημερινού ρατσισμού.
Ο ρατσισμός ως κοσμοθεωρία ξεκινά από τη βασική αρχή ότι οι φυλές και τα έθνη αποτελούν μονάδες με διαφορετικά μεταξύ τους χαρακτηριστικά και ξεχωριστές δυνατότητες ανάπτυξης σε όλους τους τομείς της ζωής. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή οι πολιτισμοί που εμφανίστηκαν στη γη ήταν προϊόντα ιδιαίτερων λαών συγκεκριμένης φυλής και καταστράφηκαν όταν οι λαοί αυτοί υποτάχθηκαν σε αλλόφυλους λαούς ή αναμίχθηκαν με άλλους λαούς. Γι’ αυτό το λόγο η ιστορία της ανθρωπότητας περιγράφεται και ερμηνεύεται μόνον ως ιστορία της άνισης ανάπτυξης κάθε φυλής χωριστά και ως σύγκρουση των φυλών μεταξύ τους.
Είναι σημαντικό για την αντιμετώπιση των καθημερινών μορφών αποκλεισμού, να γινεί ορατή η «λανθάνουσα» εμπλοκή κάθε μέλους της κοινωνίας μας σε μια ιστορία της αποικιοκρατίας, του ρατσισμού, του ναζισμού και της ευρωπαϊκής «ανωτερότητας». Η αντιρατσιστική παιδαγωγική δεν επιδιώκει την εξάλειψη των επιφανειακών συμπτωμάτων, αλλά έχει να κάνει με τις αιτίες και τις ρίζες του ρατσισμού. Αντιρατσιστική εκπαίδευση δεν είναι δυνατή χωρίς την πρόσβαση στη συστημική φύση της ρατσιστικής βίας. Στόχος εκπαιδευτικών προσπαθειών δεν μπορεί να είναι η καταστολή της ατομικής συμπεριφοράς ή η βελτίωσή της, αλλά η απόκτηση γνώσεων σχετικά με τους μηχανισμούς του αποκλεισμού και αυτούς να αλλάξει.

Μέρος του 2ου, 3ου, 4ου, 5ου και 7ου κεφαλαίου είναι από την προσωπική μου διατριβή, από εισηγήσεις σε συνέδρια, δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά και εκδηλώσεις παραστάσεων κοινωνικής μουσικοθεραπείας, τα οποία αναφέρονται στις βιβλιογραφικές αναφορές.
Μέρος του 6ου κεφαλαίου είναι από προφορικές εισηγήσεις σε επιστημονικά συνέδρια.
Η συγγραφή της γραμματικής μιας φυσικής και εν χρήσει γλώσσας συνιστά επιστημονικό εκπόνημα με καίριες γλωσσολογικές-επικοινωνιακές αλλά και κοινωνικο-ιστορικές παραμέτρους, καθώς η γλώσσα ως διαχρονικός και συγχρονικός φορέας πολιτισμού συνέχει κοινωνίες και συμβάλλει ως αιτία και αιτιατό στη μακροημέρευση της ταυτότητας των λαών. Η πρακτική διεκπεραίωση της σύνταξης της προκειμένης Γραμματικής της Ρουμανικής υπήρξε συνυφασμένη με την έντονη συναίσθηση της επιστημονικής και διδακτικής ευθύνης μου ως εκ γενετής ομιλούντα τη Ρουμανική, ως δασκάλου και ακαδημαϊκού απέναντι στους δυνάμει φοιτητές και διδάσκοντες αλλά και – εν γένει – στους εντρυφούντες σε μια ωραία, ζωντανή αλλά και πολύπλοκη γλώσσα. Η σύνταξη της προτεινόμενης Γραμματικής της Ρουμανικής Γλώσσας έρχεται να καλύψει το μεγάλο κενό που υπάρχει σε σύγκριση με άλλες γλώσσες για τις οποίες είναι πολλά τα βοηθήματα εκμαθήσεώς τους, με την πεποίθηση ότι τούτο θα αποτελέσει σημαντικό στήριγμα σε όλους εκείνους που κάνουν τα πρώτα βήματα στην εκμάθηση της Ρουμανικής Γλώσσας. Το βιβλίο αυτό απευθύνεται σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές και όχι μόνο, οι οποίοι διδάσκονται τη Ρουμανική Γλώσσα, ανεξαρτήτως επιπέδου, προκειμένου να αποκτήσουν το αντίστοιχο θεωρητικό και πρακτικό υπόβαθρο. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο από μη εξοικειωμένους αναγνώστες, όσο και από αναγνώστες με προχωρημένες γνώσεις Ρουμανικής Γλώσσας. Διδάσκοντες, φοιτητές, σπουδαστές και επαγγελματίες μπορούν να βρουν στο βιβλίο αυτό το απαραίτητα υλικό για την εκμάθηση της Ρουμανικής Γλώσσας.
Το παρόν σύγγραμμα απευθύνεται σε φοιτητές προπτυχιακού ή/και μεταπτυχιακού επιπέδου που διδάσκονται θέματα μορφολογίας της τονικής μουσικής, καθώς και σε επαγγελματίες μουσικούς ή καθηγητές μουσικής που ενδιαφέρονται να εμβαθύνουν στο σχετικό θεωρητικό υπόβαθρο και στην αντίστοιχη αναλυτική μεθοδολογία. Το βιβλίο περιέχει το απαραίτητο υλικό για την κατανόηση θεμελιωδών μουσικοθεωρητικών εννοιών και αναλυτικών πρακτικών που σχετίζονται με ιδιωματικές μορφολογικές δομές της μουσικής του μπαρόκ και του κλασικισμού. Το υλικό αυτό αφορά τη θεωρητική διαχείριση της ιστορικά συναφούς μορφολογικής τυπολογίας και την παραδειγματική αναλυτική προσέγγιση μουσικών συνθέσεων που εμπίπτουν στον στιλιστικό ορίζοντα της έντεχνης ευρωπαϊκής μουσικής από τα τέλη του 17ου έως τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
Στόχος του βιβλίου είναι να συνεισφέρει στον διάλογο που δημιουργείται για το παιχνίδι στη μαθηματική εκπαίδευση των μικρών παιδιών (4-7 ετών). Εστιάζοντας στις βασικές συνισταμένες για τη σχεδιασμένη ένταξη του παιχνιδιού στη μαθηματική εκπαίδευση δημιουργούνται νέα ερωτήματα και προκύπτουν προβληματισμοί, μέσα από τα κεφάλαια του βιβλίου. Στα τέσσερα μέρη του βιβλίου, τα οποία αναπτύσσονται σε δέκα κεφάλαια, γίνεται διαπραγμάτευση των επιστημολογικών θεωρήσεων του παιχνιδιού σε σχέση με την παιδική ηλικία, την εκπαίδευση και τα μαθηματικά, των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και των ιδιαιτεροτήτων των διαφορετικών ειδών παιχνιδιού, των ερευνητικών δεδομένων αφενός για τη χρήση παιχνιδιών για την προσέγγιση των μαθηματικών και αφετέρου για τις απόψεις των εμπλεκομένων στην εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς και των θεμάτων σχεδιασμού για τη δημιουργία και διαχείριση εκπαιδευτικών παιχνιδιών. Στοιχείων, δηλαδή, για τη σχεδιασμένη ένταξη του παιχνιδιού, ως δραστηριότητας και ως υλικού στη μαθηματική εκπαίδευση των μικρών παιδιών.
This textbook is designed for all English literature students as a main resource for their classes on Victorian, Gothic, Realistic, Modernist and Postmodernist literature. It discusses movements and trends in the nineteenth and twentieth centuries, but it is by no means exhaustive. Each chapter focuses on a major literary movement or historical period, providing necessary contextual information and examining texts as products of a certain historical time. The book is supplemented with a large array of illustrations, extensive references to primary and secondary material, analysis of key texts, textboxes with definitions of terms and links to electronic sources that aim at enhancing crucial background material.
Το βιβλίο στοχεύει να παράσχει μια συνολική εικόνα στα επιμέρους στοιχεία που διαμορφώνουν το σύγχρονο πρόσωπο της μουσειοπαιδαγωγικής και να συζητήσει ζητήματα σχετικά με τον χαρακτήρα της μάθησης στο μουσείο. Η ανάλυση βασίζεται σε θεωρητικές προσεγγίσεις και τεκμηριώνεται με παραδείγματα από την ελληνική και διεθνή μουσειακή πραγματικότητα. Στην εισαγωγή (κεφ.1) παρουσιάζεται το γενικό πλαίσιο της μουσειοπαιδαγωγικής σήμερα και στη συνέχεια το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος με τίτλο: Θεωρητικές προσεγγίσεις: Μέθοδοι και στόχοι (κεφ.2, 3) αναλύεται το θεωρητικό υπόβαθρο της μουσειακής εκπαίδευσης εστιάζοντας στις εκπαιδευτικές θεωρίες γνώσης, μάθησης και διδασκαλίας και στα χαρακτηριστικά της μάθησης στο μουσείο. Στη συνέχεια, εξετάζεται η μουσειοπαιδαγωγική στοχοθεσία και αναλύονται οι μέθοδοι και τα είδη δραστηριοτήτων που αξιοποιούνται για την υποστήριξη της εμπειρίας του επισκέπτη.
Το δεύτερο μέρος: Μουσειακή μάθηση και κοινό (κεφ. 4,5,6,7) είναι αφιερωμένο στις διαφορετικές ομάδες κοινού στις οποίες απευθύνεται το μουσείο για την επίτευξη του εκπαιδευτικού του ρόλου. Αναλύονται οι σχέσεις μουσείου-σχολείου, οι δραστηριότητες που απευθύνονται στον ελεύθερο χρόνο του κοινού (οικογένειες, παιδιά, ενήλικες, υπερήλικες κ.ά.) και οι στρατηγικές προσέγγισης ομάδων κοινού που δεν έχουν πρόσβαση στο μουσειακό πολιτιστικό αγαθό. Η ενότητα ολοκληρώνεται με ένα κεφάλαιο σχετικά με την έννοια και τις βασικές αρχές της έρευνας κοινού και της αξιολόγησης, ως βασικού εργαλείου για την επίτευξη μαθησιακών διαδικασιών με επίκεντρο τον επισκέπτη.
Το τρίτο μέρος του βιβλίου: Μέσα και περιβάλλοντα μάθησης και εμπειρίας (κεφ. 8,9,10) εξετάζει τα διδακτικά μέσα που αξιοποιούνται στη μουσειοπαιδαγωγική. Συγκεκριμένα, αναλύεται ο ίδιος ο μουσειακός χώρος ως ένα περιβάλλον μάθησης και, στη συνέχεια, το εκπαιδευτικό υλικό (έντυπο υλικό, Μουσειοσκευές, κ.ά.), και τα ψηφιακά μέσα που χρησιμοποιούνται ολοένα και πιο διευρύμενα στις παιδαγωγικές στρατηγικές των μουσείων.
This book is an introduction to syntactic theory, following the Generative Grammar framework (Chomsky 1986, 1995, forward). Its basic goal is to introduce students to the study of syntactic structure and to teach them the metholodology and the theoretical framework in analysing empirical data. The book chapters cover the definition of syntax and its role in grammar, the mechanism producing phrase structure (how phrases are formed, the syntax-lexicon interface, and the syntax-morphology interface), as well as dependency relations amognst the lexical items in the clause structure (or phrase structure in general).

The subject-predicate relation is an important one for the definition of what qualifies as a sentence. In this context, the book examines the realization of the subject (whether it is overt or null) and its syntactic realization as a grammatical subject as an external or internal argument (e.g. passives, unaccusatives). The positioning of arguments in certain syntactic positions (as subjects or objects) is examined in relation to the role of case and its syntactic implementation as a categorial feature. The subject position is also relevant in binding relations, such as anaphoric binding (reflexives) as opposed to pronouns. These are all dependencies involving argument positions (A-dependencies).

Dependency relations are also expressed via movement (displacement), as is the case with wh-questions and relativization. Wh- and relative pronouns have the properties of quantifiers which bind a variable. This approach also extends to other phenomena, such as topicalization and focusing (roughly for old and new information respectively). These phenomena do not involve argument positions (A’-dependencies) and include features in the left periphery of the clause, defining their scope over the variable they bind accordingly.
Το γνωστικό αντικείμενο της αρχαιολογίας των Ανατολικών Πολιτισμών έχει εισαχθεί σχετικά πρόσφατα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (2009 κ.ε.) και αποτελεί ένα από τα Υποχρεωτικά Μαθήματα Κατεύθυνσης του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Στην Ελληνική βιβλιογραφία είναι ελάχιστα δυστυχώς τα βιβλία που έχουν ως θέμα τους την αρχαία Εγγύς Ανατολή και έτσι οι φοιτητές έπρεπε αναγκαστικά να καταφεύγουν σε ξενόγλωσσα εγχειρίδια.

Γι' αυτόν τον λόγο συνέγραψα το βιβλίο "Προϊστορική Μεσοποταμία (ISBN: 978-960-354-330-5)", το οποίο καλύπτει την περίοδο μεταξύ 10ης - 4ης χιλιετίας π.Χ. και διατίθεται μέσω του συστήματος ΕΥΔΟΞΟΣ. Επιπλέον, για να καλυφθεί η περίοδος μεταξύ της 3ης - πρώιμης 1ης χιλιετίας π.Χ., ετοίμασα ένα σύγγραμμα με τίτλο "Εισαγωγή στην Ιστορία της Αρχαίας Εγγύς Ανατολής. Πανεπιστημιακές Σημειώσεις για τα μαθήματα ΙΑ 123 και IA 42" (Σελίδες 115), το οποίο διατίθεται δωρεάν στους φοιτητές του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας ως αρχείο PDF, μαζί με τις εικόνες των μαθημάτων σε 7 ξεχωριστά αρχεία PDF.

Στο πλαίσιο της δράσης "ΚΑΛΛΙΠΟΣ" θα συμπληρωθούν οι παραπάνω Πανεπιστημιακές Σημειώσεις, έτσι ώστε να παρουσιάζονται και τα αρχαιολογικά ευρήματα αυτής της περιόδου. Το συνολικό κείμενο του βιβλίου από τις 115 θα φθάσει τις 220 σελίδες. Με την μορφή του ηλεκτρονικού συγγράμματος και την χρήση των διαδραστικών στοιχείων που αναφέρονται στο πεδίο Β14, ελπίζω ότι το βιβλίο θα καταστήσει αυτό το νέο γνωστικό αντικείμενο πιο προσιτό.

Το τελικό βιβλίο θα προσφέρει μία ευσύνοπτη εισαγωγή στην ιστορία και αρχαιολογία της Εγγυς Ανατολής (Ανατολία, Συροπαλαιστίνη, Αίγυπτος, Μεσοποταμία), καλύπτοντας έτσι το κενό που υφίσταται σήμερα στην ελληνική βιβλιογραφία. Θα απευθύνεται κυρίως στους προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές αρχαιολογίας, καθώς και στα μέλη της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Θα χρησιμεύσει όμως και στους διδάσκοντες της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και σε όσους από το ευρύτερο κοινό επιθυμούν να ενημερωθούν με έγκυρο τρόπο σχετικά με το θέμα.
Αναμφίβολα σήμερα στο κατώφλι του 21ου αιώνα η εκπαίδευση σε όλες τις εκφάνσεις της βρίσκεται σε μια επιταχυνόμενη πορεία μετασχηματισμού, προσπαθώντας να ανταποκριθεί στις συνεχείς και ραγδαίες μεταβολές που συντελούνται στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου οικονομικού και τεχνολογικού περιβάλλοντος. Πρωτεύον μέλημα και κυρίαρχος στόχος της εκπαίδευσης στη σημερινή Κοινωνία της Μάθησης (Learning Society) αποτελεί όχι μόνο η διδασκαλία χρήσιμων και απαραίτητων γνώσεων σε κάθε γνωστικό αντικείμενο αλλά κυρίως η ανάπτυξη και η καλλιέργεια ισχυρών γνωστικών, μεταγνωστικών, κοινωνικών, και επικοινωνιακών δεξιοτήτων, που θα επιτρέψουν σε κάθε μαθητή να γίνει ένας ανεξάρτητα σκεπτόμενος και ενεργός πολίτης του 21ου αιώνα.
Ένα βασικό θέμα είναι πώς μπορεί ο εκπαιδευτικός να αξιολογήσει ότι ο εκπαιδευόμενος έχει κατακτήσει τις απαιτούμενες γνώσεις και δεξιότητες;

Οι Σύγχρονες Μορφές της Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης που αξιοποιούν τις ψηφιακές τεχνολογίες αναδεικνύονται ως ένα από τα πιο δυναμικά εργαλεία που μπορούν να συμβάλλουν καθοριστικά στο να δώσουν απάντηση στο παραπάνω ερώτημα και στο να επιβεβαιώσουν ότι η αξιολόγηση μπορεί να αξιοποιηθεί για την αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ασφαλής επιβεβαίωση αυτού αποτελεί η ολοένα και αυξανόμενη βιβλιογραφία (βιβλίων, άρθρων σε διεθνή περιοδικά και συνέδρια) που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια.
Ωστόσο στην ελληνική βιβλιογραφία δεν υπάρχει ως σήμερα κάποιο αντίστοιχο βιβλίο που να παρουσιάζει τις Σύγχρονες Μορφές της Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης.
Το βιβλίο αυτό έρχεται να καλύψει αυτό το κενό παρουσιάζοντας ολιστικά σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο, τόσο το υπόβαθρο που διέπει την έννοια και το περιεχόμενο της Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης στον 21ο αιώνα όσο και τις μοντέρνες τεχνικές και εργαλεία αξιολόγησης της επίδοσης που εφαρμόζονται στα σύγχρονα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα.
Το προτεινόμενο έργο σκοπεύει να είναι ένα εισαγωγικό σύγγραμμα στο γνωστικό αντικείμενο «Εκπαιδευτικές Πολιτικές». Αποτελείται από την εισαγωγή, τέσσερα κεφάλαια ανάπτυξης και τον επίλογο.
Στην εισαγωγή διατυπώνονται οι στόχοι του βιβλίου και τα περιεχόμενά του. Συγκροτείται η θεώρηση σύμφωνα με την οποία το 1989 αποτελεί κομβικό σημείο ανάλυσης της εκπαιδευτικής πολιτικής λόγω της κατάρρευσης του διπολικού κόσμου και της μετεξέλιξής του σε ένα παγκοσμιοποιούμενο περιβάλλον άσκησης (εκπαιδευτικής) πολιτικής.
Στο πρώτο κεφάλαιο, επιχειρείται η επιστημολογική οριοθέτηση του γνωστικού αντικειμένου μέσα από την ιστορική πορεία συγκρότησής του.
Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύεται η πορεία από την εθνική εκπαιδευτική πολιτική στις διεθνείς πολιτικές διά βίου μάθησης. Το κεφάλαιο αυτό χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο, αναλύεται η δράση των μεγάλων διεθνών οργανισμών και μορφωμάτων στην πορεία δημιουργίας ενός υπερεθνικού πλέγματος τάσεων πολιτικής. Στο δεύτερο, διερευνώνται οι ευρωπαϊκές πολιτικές εκπαίδευσης και διά βίου μάθησης, οι οποίες έχουν δύο πυλώνες: την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή.
Στο τρίτο κεφάλαιο, αναλύονται οι ελληνικές εκπαιδευτικές πολιτικές από το 1981 και μετά. Το διάστημα αυτό χωρίζεται σε δύο περιόδους. Στην πρώτη (1981-1989), προτάσσεται η ελληνική πραγματικότητα και η επούλωση των τραυμάτων του παρελθόντων. Στη δεύτερη (1990-σήμερα), αναδεικνύεται η βαθμιαία επίδραση των διεθνών (κυρίως ευρωπαϊκών) πολιτικών στις αντίστοιχες ελληνικές.
Στο τέταρτο κεφάλαιο, γίνεται μια προσπάθεια θεωρητικής διερεύνησης και ερμηνείας των εφαρμοζόμενων εκπαιδευτικών πολιτικών στη βάση δύο εννοιών, αυτής της «μεταφοράς πολιτικής» και εκείνης της «νομιμοποίησης».
Τέλος στον επίλογο, παρουσιάζονται τα καταληκτικά συμπεράσματα του βιβλίου.
Σκοπός του συγγράμματος θα είναι να παρέχει βασικές θεωρητικές και πρακτικές γνώσεις πάνω στην διαδικασία σχεδίασης και ανάπτυξης περιεχομένου για ηλεκτρονικά μαθήματα. Συγκεκριμένα θα βοηθήσει τους φοιτητές στην απόκτηση βασικών θεωρητικών γνώσεων για την αποσαφήνιση εννοιών και επιστημονικών προσεγγίσεων που σχετίζονται με την online εκπαίδευση, στην απόκτηση γνώσης μοντέλων και μεθοδολογίας σχεδιασμού ηλεκτρονικών μαθημάτων και στην γνωριμία με εξειδικευμένες τεχνολογίες ανάπτυξης και παραγωγής ηλεκτρονικού εκπαιδευτικού περιεχομένου, που αφορά την Διαδικτυακή Εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση
Το σύγγραμμα αποβλέπει να παρουσιάσει μια εικόνα της λογοτεχνικής παραγωγής αλλά και της στάσης του κόσμου των γραμμάτων κατά τα δύσκολα χρόνια της δεκαετίας 1940-1950. Τι είδους τέχνη παράγεται σε εποχή κρίσης, σε εποχή ακροτήτων; Η στράτευση και ο ενθουσιασμός στον πόλεμο του 1940, η απραξία στην πρώτη φάση της Κατοχής και η λογοτεχνία της φυγής, έπειτα η αφύπνιση και η αντίσταση. Η λογοτεχνία του «Δεκέμβρη», οι κοινοί τόποι της στρατευμένης τέχνης. Τα πρώτα μεταπολεμικά έργα: διηγήματα για την Κατοχή, μυθιστορήματα για τον πόλεμο, αφηγήματα διαμόρφωσης της προσωπικότητας, λυρική πεζογραφία, ιστορικό μυθιστόρημα. Οι διαμάχες και οι λανθάνουσες συγκλίσεις των παρατάξεων. Η κορύφωση των παθών κατά τον εμφύλιο και το ζήτημα της νομιμοποίησης της τέχνης την εποχή της βίας. Η λογοτεχνία του στρατοπέδου. Η άνθιση της γυναικείας λογοτεχνίας λόγω της νέας θέσης που αποκτά η γυναίκα στην κοινωνία μέσα από τη συμμετοχή της στα κοινά.

Το σύγγραμμα εστιάζει στους κορυφαίους συγγραφείς ανεξάρτητα από τη γενιά στην οποία ανήκουν (από τον Σικελιανό έως τον Γιάννη Αγγελόγλου) και στα κορυφαία έργα (ποίηση, πεζό και δοκίμιο), ενώ ταυτόχρονα δείχνει τις τάσεις της εποχής μέσω της παρακολούθησης των καλλιτεχνικών μοτίβων που αναδύονται σε κάθε περίοδο: το «νησί»-ευτοπία στην α΄ φάση της Κατοχής, το «ταξίδι»-απελευθέρωση από τη συμβατικότητα (1944-1947), η «επιστροφή»-αναδίπλωση (1948-1950), κλπ. Επιπλέον παρουσιάζονται τα βασικά περιοδικά, τα καλλιτεχνικά ρεύματα και οι ιδεολογικές μετατοπίσεις.

Επικοινωνία

Υπηρεσία υποβολής ερωτήσεων



Μέρες και ώρες λειτουργίας: Δευτέρα έως Παρασκευή, 09:00 - 17:00